Όσο και να τρέξεις… αυτός θα σε βρει!
Πήρα μία βαθιά ανάσα και κοίταξα πίσω μου. Είχε χαθεί από το οπτικό μου πεδίο. Μάλλον θα με έχασε, όμως πριν προλάβω να ολοκληρώσω τη σκέψη μου, τον είδα να στρίβει με ιλιγγιώδη ταχύτατα από τη γωνία. Έκλεισα τα μάτια, γέμισα τα πνευμόνια μου με αέρα και άρχισα και πάλι να τρέχω με όλη μου τη δύναμη, μήπως καταφέρω και του ξεφύγω.
Ένιωθα τα πόδια μου βαριά και ενώ προσπαθούσα να τρέξω, είχα την αίσθηση πως κάποιος με κρατάει στάσιμη. Πήρα δύο βαθιές ανάσες και με ακόμα περισσότερη προσπάθεια, κατάφερα να μετακινηθώ. Κοίταξα πίσω μου και τον είδα πολύ κοντά μου. Έπρεπε να τα καταφέρω και να του ξεφύγω.
Είχα λαχανιάσει τόσο πολύ που ένιωθα ότι θα λιποθυμήσω. Στην επόμενη γωνία με περίμενε ένα εμπόδιο. Σκόνταψα σε μία πέτρα και έπεσα κάτω. Τώρα ήμουν σίγουρη πως δεν υπήρχε σωτηρία. Έβαλα μία δυνατή φωνή: “Όχιιιιιι δεν θέλω να με φτάσει ο λογαριασμός του ρεύματος”… και εκεί που πήγα να σηκωθώ και να κάνω κατοστάρι για να προλάβω να μπω στο σπίτι μου, βρέθηκε χωρίς να το καταλάβω μέσα στα χέρια μου. Ούτε ο Χουντίνι δεν θα είχε καταφέρει τέτοιο μαγικό, τόσο γρήγορα.
Εφιάλτης, αυτό σκέφτηκα μόλις σηκώθηκα από το κρεβάτι, πριν καν χτυπήσει το ξυπνητήρι. Πέρασα από τα δωμάτια τον παιδιών, ευτυχώς, ακόμα κοιμόντουσαν. Είχα λίγα λεπτά στη διάθεσή μου, πριν τα ξυπνήσω για το σχολείο. Κατέβηκα κάτω και άνοιξα την καφετέρια. Μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα, όλη η κουζίνα είχε γεμίσει με άρωμα βανίλιας. Τίποτα δεν μπορούσε να μου χαλάσει το πρωινό. Έβαλα λίγο στο φλυτζάνι μου και απόλαυσα την πρώτη γουλιά. Αχ, αυτή η πρώτη γουλιά καφέ, αν την στερηθώ, χαλάει όλη η ημέρα μου. Άλλοι έχουν εξάρτηση από το τσιγάρο, εγώ έχω από την καφεΐνη και πραγματικά, δεν θέλω να αποτοξινωθώ από αυτήν ποτέ.
Καθώς απολάμβανα λοιπόν, την πρωινή αυτή ιεροτελεστία, άκουσα το μηχανάκι του ταχυδρόμου και μιας και περίμενα από το ταχυδρομείο μια ειδοποίηση για να παραλάβω κάτι, πετάχτηκα με τις πιτζάμες έξω. Ο ταχυδρόμος, έμεινε να με κοιτάει λίγο αποσβολωμένα, “καλά πρώτη φορά έβλεπε γυναίκα με τις πιτζάμες;”, αναρωτήθηκα. Του έριξα ένα γλυκό χαμόγελο και μόλις απομακρύνθηκε πήγα μπροστά από το γραμματοκιβώτιο… και τον βρήκα εκεί… να μου χαμογελάει ειρωνικά.
Ο εφιάλτης γινόταν πραγματικότητα. Ένα αεράκι φύσηξε και τον παρέσυρε μέσα στα χέρια μου. Μετά από τόσο τρέξιμο, ο λογαριασμός του ρεύματος είχε παραδοθεί στον ιδιοκτήτη του. Τώρα το μόνο που έμενε ήταν να πάω φαρμακείο για να αγοράσω υπογλώσσια, μήπως καταφέρω και τον ανοίξω, χωρίς να λιποθυμήσω. Δεν θεωρώ τον εαυτό μου τσιγκούνα, αλλά πραγματικά λυπάμαι να πληρώνω μεγάλα ποσά στο ρεύμα και στο αυτοκίνητο. Προτιμώ να τα πετάξω στη θάλασσα που λέει ο λόγος.
Υ.Γ. Ακόμα δεν έχω ανοίξει το λογαριασμό… δεν βρήκα χρόνο να πάω φαρμακείο!