Τη Μαρία Σιμπίλα Μέριαν τιμάει σήμερα η Google στο doodle της, η οποία γεννήθηκε στις 2 Απριλίου του 1647 και μεγάλωσε στη Φρανκφούρτη από Ελβετούς γονείς.
Η Μαρία έχασε τον πατέρα της σε ηλικία τριών ετών και ο πατριός της που ήταν ζωγράφος την βοήθησε να ενισχύσει το ταλέντο της στη ζωγραφική. Στα 13 της ήδη είχε ξεκινήσει να ζωγραφίζει έντομα με άριστη ποιότητα και ακρίβεια και έγινε ευρέως γνωστή για την εξαιρετική ικανότητά της.
Στο βιβλίο της «Η Μεταμόρφωση των Εντόμων του Σουρινάμ» αναφέρει «Όταν ήμουν νέα, συνήθιζα να αφιερώνω τον χρόνο μου στην παρατήρηση των εντόμων. Πρώτα ξεκίνησα με τους μεταξοσκώληκες στη Φρανκφούρτη και σύντομα ανακάλυψα ότι οι κάμπιες μεταμορφώνονται και γίνονται πανέμορφες πεταλούδες. ‘Ετσι, άρχισα να μαζεύω όσες κάμπιες εύρισκα για να παρατηρήσω την αλλαγή τουςΤο ταλέντο της στη ζωγραφική το αξιοποίησε όταν ξεκίνησε μία δική της επιχείρηση υφασμάτων .
Παρακολουθώντας ένα θέμα καθόλου δημοφιλές την εποχή εκείνη, κυκλοφόρησε το πρώτο της βιβλίο με θέμα τη μεταμόρφωση των καμπιών σε πεταλούδες. Για το βιβλίο της αυτό έλαβε θετικές κριτικές, αφού έδωσε ιδιαίτερα χρήσιμες πληροφορίες για την καλλιέργεια εντόμων όπως οι μεταξοσκώληκες με αποτέλεσμα να κερδίσουν όσοι ασχολήθηκαν με αυτήν την καλλιέργεια.
Η Μαρία Σιμπίλα Μεριαν έγινε ιδιαίτερα γνωστή για την παρατηρητικότητά της και προσέφερε αρκετά στην επιστήμη της εντομολογίας, λόγω των λεπτομερέστατων σκίτσων που έκανε.
Η ανάγκη διερεύνησης της επιστήμης ήταν αυτό που ήθελε έτσι, το 1699, εγκατέλειψε τον άνδρα της και μαζί με τις κόρες της ταξίδεψε στις ζούγκλες του Σουρινάμ που της προσέφερε την πλούσια βιοποικιλότητα για να κάνει την έρευνα και τις παρατηρήσεις της.
Όσο έμεινε στο Σουρινάμ, πέρα από τις έρευνες, παρατήρησε τον τρόπο που οι Ολλανδοί άποικοι φερόνταν στους μαύρους σκλάβους αλλά και στους ιθαγενείς και δεν παρέλειψε να ασκήσει έντονη κριτική. Το 1701 έπαθε μαλάρια και επέστρεψε στην Ολλανδία ενώ το 1705 δημοσίευσε το διάσημο βιβλίο της «Η Μεταμόρφωση των Εντόμων του Σουρινάμ».
Το 1715 έπαθε ένα βαρύ εγκεφαλικό που της άφησε μερική παράλυση οπότε η ικανότητά της για εργασία περιορίστηκε αρκετά. Πέθανε στις 13 Ιανουαρίου 1717.