Βέλγοι ψυχολόγοι αμφισβητούν την ευρέως διαδεδομένη πεποίθηση ότι ο χρόνος κυλάει σαν νερό όταν περνάμε καλά, ενώ αντιθέτως μοιάζει να σταματάει όταν βαριόμαστε.
Σε μελέτη που πραγματοποίησαν με εθελοντές ηλικίας 11 έως 76 ετών ανακάλυψαν πως όταν ανακαλούμε στη μνήμη ένα πρόσφατο γεγονός που μας έδωσε μεγάλη χαρά, τείνουμε να υπερεκτιμούμε τη διάρκειά του αντί να την υποτιμούμε.
Οι ερευνητές πλησίαζαν τους εθελοντές τους μόλις ολοκλήρωναν ενθουσιασμένοι την περιήγησή τους σε εκθεσιακούς χώρους της επιλογής τους, ζητώντας τους να συμπληρώσουν ένα σύντομο ερωτηματολόγιο.
Σε αυτό τους ζητούσαν να γράψουν πόσο θετικά ή αρνητικά αισθάνονταν για την περιήγησή τους, πόσο «ζωντανοί» ένιωθαν μετά από αυτήν και πόση ώρα πίστευαν ότι διήρκησε.
Οι απαντήσεις τους έδειξαν πως σχεδόν όλοι είχαν πολύ καλή ψυχική διάθεση έπειτα από τη βόλτα τους και ένιωθαν γεμάτοι ζωντάνια. Ωστόσο, όσο πιο καλά είχαν περάσει, τόσο περισσότερο υπολόγιζαν ότι είχε διαρκέσει η περιήγησή τους.
«Τα πιο θετικά συναισθήματα στη διάρκεια της περιηγήσεως σχετίζονταν με μεγαλύτερους υπολογισμούς της διάρκειας της περιηγήσεως», έγραψαν στην επιθεώρηση «Applied Cognitive Psychology» η δρ Σοφί Φρεντερίκ, από το Τμήμα Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου του Leuven, και οι συνεργάτες της.
«Δεδομένου ότι προγενέστερες μελέτες έχουν δείξει πως η ψυχική (θετική) διέγερση οδηγεί σε βελτίωση της μνήμης, είναι πιθανό στη διάρκεια των θετικών γεγονότων να κωδικοποιούνται στον εγκέφαλο περισσότερες πληροφορίες, οδηγώντας σε μεγαλύτερη διαθεσιμότητα τη στιγμή του υπολογισμού», επισήμαναν.
Οι ερευνητές τονίζουν πως η μελέτη τους είναι η πρώτη η οποία εξετάζει πως υπολογίζουμε τη διάρκεια ενός γεγονότοςόταν αυτό τελειώσει, παρότι αυτή είναι μία διαδικασία που κάνουμε συχνά στην καθημερινή μας ζωή.
Και καταλήγουν πως απαιτούνται περαιτέρω μελέτες για να εξεταστεί πως αξιολογούμε τον χρόνο σε συνάρτηση με τα διάφορα γεγονότα και τον αντίκτυπο που έχουν τα συναισθήματά μας στους υπολογισμούς μας.