Αρκετοί το υποπτεύονταν, αλλά τώρα είναι πιο επίσημο: oι απανταχού γυναίκες, ακόμα και στις πιο αναπτυγμένες και δημοκρατικές χώρες, όπου η ισότητα των δύο φύλων είναι γεγονός, ενδιαφέρονται λιγότερο και άρα γνωρίζουν λιγότερα για την πολιτική σε σχέση με τους άνδρες.
Αυτό διαπίστωσε μια νέα βρετανική έρευνα, που κάλυψε δέκα χώρες (μεταξύ των οποίων και την Ελλάδα), καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι υπάρχει ένα αδιαμφισβήτητο χάσμα πολιτικών γνώσεων μεταξύ ανδρών-γυναικών σε παγκόσμιο επίπεδο και για αυτό ευθύνονται σημαντικά τα μέσα ενημέρωσης.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον καθηγητή Τζέιμς Κιούραν, διευθυντή του Κέντρου Ερευνών Μέσων Ενημέρωσης Goldsmiths Leverhulme του πανεπιστημίου του Λονδίνου, που πραγματοποίησαν την έρευνα για λογαριασμό του Συμβουλίου Οικονομικών και Κοινωνικών Ερευνών (ESRC) της Βρετανίας, συνέκριναν τις πολιτικές γνώσεις των δύο φύλων σε δέκα χώρες: Βρετανία, ΗΠΑ, Καναδά, Αυστραλία, Ιαπωνία, Κορέα, Ελλάδα, Ιταλία, Νορβηγία και Κολομβία. Στην έρευνα από ελληνικής πλευράς συνέβαλε ο καθηγητής του Τμήματος Επικοινωνίας και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης του Πανεπιστημίου Αθηνών Στέλιος Παπαθανασόπουλος.
Το κεντρικό συμπέρασμα, σύμφωνα με τους ερευνητές, ήταν ότι οι γυναίκες ξέρουν για την πολιτική λιγότερο από τους άνδρες, άσχετα με το πόσο ανεπτυγμένη και προοδευμένη είναι μια χώρα στα θέματα ισότητας των δύο φύλων. Είναι ενδεικτικό ότι σε μια χώρα «πρωταθλήτρια» παγκοσμίως στα δικαιώματα των γυναικών, τη Νορβηγία, το χάσμα πολιτικών γνώσεων μεταξύ ανδρών-γυναικών είναι μεγαλύτερο από ό,τι στη Νότια Κορέα, μια χώρα όπου η ισότητα των γυναικών δεν έχει προοδεύσει το ίδιο.
Σύμφωνα με τον Κιούραν, ακόμα και στη Βρετανία ή τις ΗΠΑ η υστέρηση των γυναικών σε πολιτικές γνώσεις είναι μεγαλύτερη από ό,τι στην λιγότερο ανεπτυγμένη Κολομβία. Για εύρημα που προκαλεί «πραγματικά μεγάλη έκπληξη» έκανε λόγο ο Βρετανός καθηγητής.
Η έρευνα αφορούσε τις γνώσεις των δύο φύλων τόσο αναφορικά με τις εγχώριες, όσο και τις διεθνείς πολιτικές ειδήσεις. Αναφορικά με τις αιτίες για τις διαφορές γνώσεων, η έρευνα επισημαίνει ότι παίζει ρόλο πως ακόμα και σε χώρες όπως η Βρετανία και η Αυστραλία τα μέσα ενημέρωσης δίνουν μεγάλη προτεραιότητα στην κάλυψη των ειδήσεων μέσω πηγών του ανδρικού φύλου.
Έτσι, όπως αναφέρεται, κατά μέσο όρο στις δέκα χώρες της έρευνας οι γυναίκες δίνουν συνεντεύξεις ή χρησιμοποιούνται ως ειδησεογραφικές πηγές μόνο στο 30% των ειδήσεων στην τηλεόραση, ενώ το 70% αφορούν άνδρες. Επιπλέον, οι δημοσιογράφοι προτιμούν να παίρνουν συνεντεύξεις από γυναίκες ή να τις χρησιμοποιούν ως ειδησεογραφικές πηγές όχι τόσο σε θέματα «σκληρής» πολιτικής ειδησεογραφίας, όσο σε θέματα όπως η οικογένεια, ο πολιτισμός, το «λάιφ-στάιλ» κ.α., που θεωρούνται πιο «γυναικεία».
«Αυτή η ανεπαρκής παρουσίαση των γυναικών και η προκατάληψη σε βάρος τους με βάση τη θεματογραφία των ειδήσεων μπορεί να περιορίσει τα κίνητρα των γυναικών να αποκτήσουν πολιτικές γνώσεις με ενεργητικό τρόπο και να τις αποθαρρύνουν από την πολιτική συμμετοχή, ακόμα και να εμποδίσουν τις γυναίκες να εμπλακούν ως πολίτες στη δημοκρατική κοινωνία», δήλωσε ο Κιούραν.
Μεταξύ άλλων, η έρευνα διαπίστωσε ότι όσο περισσότερο σε μια χώρα οι θεατές παρακολουθούν ειδήσεις από τα δημόσια μέσα ενημέρωσης, σε σχέση με τα ιδιωτικά κανάλια, τόσο καλύτερα πληροφορημένοι είναι οι άνθρωποι για τα πολιτικά πράγματα. Από την άλλη, επιβεβαιώνεται ότι η παρακολούθηση, η ακρόαση και η ανάγνωση ειδήσεων παραμένει σε μεγάλο βαθμό μια ανδρική ενασχόληση, ακόμα και στις πιο αναπτυγμένες χώρες.
Παντού οι γυναίκες βλέπουν σε μικρότερο ποσοστό έναντι των ανδρών ειδήσεις στην τηλεόραση, ακούν ειδήσεις στο ραδιόφωνο ή διαβάζουν ειδήσεις στις εφημερίδες. Ο λιγότερος χρόνος που τους αφήνουν οι δουλειές του νοικοκυριού και οι κοινωνικές προκαταλήψεις που συχνά έχουν κληρονομήσει από το παρελθόν, σε συνδυασμό με την αποθαρρυντική προκατάληψη στην παρουσίαση των ειδήσεων, παίζουν ρόλο, σύμφωνα με τους ερευνητές, για αυτό το χάσμα ενδιαφέροντος και γνώσεων για τα πολιτικά τεκταινόμενα.