Δικαιώθηκε η Ελληνίδα influencer.
Ολόκληρο το βούλευμα που παραπέμπει σε δίκη για κακουργηματικής φύσεως αδικήματα τους δύο άνδρες που φέρονται να δημοσιοποίησαν το revenge porn βίντεο της Ιωάννας Τούνη έρχεται στη δημοσιότητα. Σύμφωνα με το ρεπορτάζ της Άριας Καλύβα και του Δημήτρη Πώποτα στο newsit.gr, μέσα από τις 20 σελίδες του βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Θεσσαλονίκης, περιγράφεται όλο το σκηνικό που στήθηκε τον Ιούλιο του 2017 στη Χαλκιδική, μέσα στο λευκό Range Rover, του 37χρονου τότε συντρόφου της γνωστής influencer και του 43χρονου φίλου του που φέρεται να είχε αναλάβει ρόλο "κινηματογραφιστή", τα όσα ζοφερά ζούσε η Ιωάννα Τούνη για τρία και πλέον χρόνια, αλλά και το σκεπτικό των δικαστών για παραπομπή σε δίκη των δυο κατηγορουμένων για τη διαρροή των προσωπικών δεδομένων.
Στις πρώτες σελίδες του βουλεύματος περιγράφεται το πως ξεκίνησε να ξεδιπλώνεται η εφιαλτική αυτή υπόθεση "Η εγκαλούσα Ιωάννα Τούνη στις 9/5/2020 πληροφορήθηκε μέσω πολυάριθμων μηνυμάτων τρίτων στον προσωπικό της λογαριασμό, στην πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης Instagram, ότι στο διαδίκτυο είχε αναρτηθεί ένα βίντεο ερωτικού περιεχομένου στο οποίο φαινόταν ότι συμμετείχε ίδια. Η εγκαλούσα λόγω προηγούμενης συμμετοχής της σε δημοφιλές τηλεοπτικό πρόγραμμα τηλεοπτικού σταθμού πανελλήνιας εμβέλειας, είχε γίνει αναγνωρίσιμη στο ευρύ κοινό και κατόπιν δημοσιοποίησης του video, διαπίστωσε ότι σε μεγάλο μέρος των μηνυμάτων που έλαβε η ίδια από τρίτους, στα οποία υπήρχε είτε το βίντεο, είτε φωτογραφική απεικόνιση αυτού, τρίτοι, είχαν προσθέσει σχόλια συνοδευόμενα από εξαιρετικά προσβλητικούς και χυδαίος για την ίδια χαρακτηρισμούς.
Το ως άνω βίντεο διέρρευσε μαζικά στον έντυπο και ηλεκτρονικό τύπο και στο διαδίκτυο, μεταξύ άλλων και σε ιστοσελίδες πορνογραφικού χαρακτήρα. Στους δε τίτλους που το συνόδευαν στο διαδίκτυο αναφερόταν το ονοματεπώνυμο της με απαξιωτικούς και άκρως δυσφημιστικούς χαρακτηρισμούς. Επιπλέον είχαν δημοσιευτεί φωτογραφίες της από την ίδια νύχτα στις οποίες απεικονιζόταν γυμνή και χωρίς τις αισθήσεις της στο πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου κατηγορουμένου μάρκας Range Rover, χρώματος λευκού.
Στις επόμενες γραμμές αναφέρεται το σκηνικό του διασυρμού της Ιωάννας Τούνη με τον ένα εκ των κατηγορουμένων. Μάλιστα όπως επισημαίνεται η γυναίκα, δεν φαίνεται να είχε επαφή με το περιβάλλον καθώς ήταν σε κατάσταση όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται, οξείας μέθης. "Περαιτέρω προέκυψε ότι το περιστατικό της συνεύρεσης της εγκαλούσα με τον κατηγορούμενο, έλαβε χώρα μετά από διασκέδαση σε κατάστημα υγειονομικού ενδιαφέροντος στην Χαλκιδική, όπου συναντήθηκε η εγκαλούσα με τον ανωτέρω, τον οποίο γνωρίζει από ετών, καθώς εργάζονταν παλαιότερα μαζί σε κατάστημα διασκέδασης στην Χαλκιδική και με τον οποίο η ίδια σε κατάσταση οξείας μέθης έφυγε περί ώρα 23:00 και μετέβησαν στο αυτοκίνητο του που ήταν σταθμευμένο σε απόμερο σημείο, πλησίον του καταστήματος, όπου και συνευρέθηκαν.
Ακολούθως δε η εγκαλούσα που βρισκόταν σε ημιλιπόθυμη, συνέπεια της μέθης, κατάστασης, θυμήθηκε τον εαυτό της μετά την συνεύρεση, γυμνό στο πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου και ακολούθως ο ανωτέρω να οδηγεί προς άγνωστη κατεύθυνση". Στο μεταξύ καλούσε στο κινητό της τηλέφωνο επανειλημμένως ο φίλος της ο οποίος εναγώνιως ζητούσε να μάθει που βρίσκεται και ζητούσε να έρθει να την πάρει, πλην όμως η εγκαλούσα δεν μπορούσε να του μιλήσει. Ο δε κατηγορούμενος, του μίλησε, του είπε ότι είναι μαζί και έκλεισε το τηλέφωνο. Την άφησε σε φιλικό σπίτι και πήγε για ποτό.
Όπως αναφέρεται στο βούλευμα, ο 37χρόνος κατηγορούμενος, αμέσως μετά το σκηνικό, οδήγησε την Ιωάννα Τούνη σε ένα φιλικό σπίτι και στη συνέχεια πήγε για ποτό. Μάλιστα, λίγη ώρα αργότερα όταν η influencer συνήλθε, άκουσε τον κατηγορούμενο να διαπληκτίζεται με έναν άντρα και να του λέει "πάρτην από δω και φύγετε τώρα". "Ακολούθως την οδήγησε σε ένα σπίτι και την άφησε εκεί, ενώ ο ίδιος αποχώρησε, λέγοντάς της ότι θα πήγαινε σ’ ένα κλαμπ για ποτό. Ακολούθως ο κατηγορούμενος την μετέφερε σε έτερο κοντινό σπίτι, στο οποίο διέμενε ο δεύτερος κατηγορούμενος, άγνωστος μέχρι τότε στην εγκαλούσα, που το πρωί ξύπνησε την συστήθηκε ως "Μπάμπης". Η εγκαλούσα μετά το περιστατικό αυτό, διατήρησε σχέση με τον πρώτο κατηγορούμενο για περίπου έναν μήνα".
Όπως περιγράφεται, την ώρα που η Ιωάννα Τουνη ήταν σε άθλια κατάσταση ακραίας μέθης, ο 37χρονος έδειχνα νηφάλιος. Μάλιστα, όπως επισημαίνεται, κοιτούσε την κάμερα και γελούσε. "Στο ίδιο βίντεο διαπιστώθηκε ότι εμφανιζόταν ευκρινώς και ο πρώτος κατηγορούμενος όποιος σε αντίθεση με την εγκαλούσα που βρισκόταν σε προφανή κατάσταση ακραίας μέθης, έδειχνε νηφάλιος, κοιτούσε την κάμερα ευθέως και έκανε περιπαικτικά νεύματά, γελούσε, έκανε μορφασμούς και εν γένει έδειχνε σαφώς να γνωρίζει την βιντεοσκόπηση καθώς και να ενεργεί σε συνεννόηση με τρίτο πρόσωπο που βιντεοσκοπούσε. Περαιτέρω προέκυψε ότι οταν το βίντεο διέρρευσε ευρέως, γνωστοί της εγκαλούσας, την προσέγγισαν και την ενημέρωσαν ότι ο κατηγορούμενος είχε στην κατοχή του το επίδικο βίντεο με τις φωτογραφίες, ότι τα επιδείκνυε και έστελνε αυτά με μηνύματα προς τρίτους, ενώ επιπλέον της αναφέρθηκε ότι το βίντεο αυτό και φωτογραφίες της κυκλοφορούσαν ήδη στην Θεσσαλονίκη για χρονικό διάστημα μεγαλυτερο του έτους και είχαν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες πορνογραφικού περιεχομένου".
Κάποιοι φίλοι της Ιωάννας Τούνη που είτε πληροφορήθηκαν για το reverne porn βίντεο, είτε έγιναν αποδέκτες αυτού, ήταν εκείνοι που έσπευσαν να την ενημερώσουν. "Μεταξύ αυτών που πληροφόρησαν την εγκαλούσα για τα ανωτέρω ήταν και γνωστοί της αναφέρεται σε δύο γνωστά πρόσωπα της εγχώριας σόουμπιζ οι οποίοι τον Ιούνιο του ίδιου έτους 2020 ανέφεραν στην εγκαλούσα ότι το επίμαχο βίντεο και τις αντίστοιχες φωτογραφίες που την απεικόνιζαν, τα είχε στην κατοχή του ο κατηγορούμενος ήδη από το έτος 2017, τα επεδείκνυε ως τρόπαιο, τα έστελνε από το κινητό του τηλέφωνο συστηματικά σε τρίτους, ενώ ο δε πρώτος φίλος της, της ανέφερε ότι ήταν και ο ίδιος μεταξύ αυτών στους οποίους ο κατηγορούμενος είχε αποστείλει το βίντεο. Προηγουμένως, στις 11/5/ 2020, προέκυψε ότι η εγκαλούσα μετέβη στην Διώξη Ηλεκτρονικού Εγκλήματος για να υποβάλει έγκληση για το σχετικό βίντεο που έχει αναρτηθεί σε διάφορες διευθύνσεις σε ιστοσελίδα πορνογραφικού περιεχομένου οπότε και διαπίστωσε ότι την αμέσως προηγούμενη μέρα στις 10/5/ 2020 ο κατηγορούμενος είχε ομοίως υποβάλει έγκληση κατ’ αγνώστων στην ίδια υπηρεσία για το ίδιο γεγονός".
Όπως αναφέρεται στο βούλευμα: "Κατόπιν της υποβληθείσας από την εγκαλούσα καταγγελία στην Υποδιεύθυνση Ηλεκτρονικού Εγκλήματος Βορείου Ελλάδος, σχηματίστηκε ποινική δικογραφία και κατόπιν διενέργειας προκαταρκτικής εξέτασης τέθηκε αρχικά στο αρχείο κατ’ αγνώστων δραστών και ενώ ανασύρθηκε στις 17/3/2023 και συσχετίστηκε στην παρούσα δικογραφία που σχηματίστηκε στις 19/1/2022 κατόπιν έγκλησης της ίδιας ενώπιον του εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Θεσσαλονίκης κατά του κατηγορουμένου και του δεύτερου κατηγορουμένου.
Η εγκαλούσα ανέφερε σχετικά ότι το έτος 2017 κυκλοφόρησαν για πρώτη φορά δύο φωτογραφίες της ίδιας σε ημιλιπόθυμη κατάσταση και είχε λάβει γνώση αυτών και τότε είχε απευθυνθεί στον ανωτέρω κατηγορούμενο, οποίος είχε αρνηθεί κατηγορηματικά ότι γνωρίζει κάτι, αναφέροντας ότι δεν τράβηξε ο ίδιος φωτογραφίες. Ωστόσο, όταν διέρρευσε το βίντεο διαπίστωσε σε συνδυασμό με την πληροφόρηση που είχε η εγκαλούσα από τρίτα πρόσωπα, ότι ήταν ο ίδιος υπεύθυνος για την αποτύπωση και διαρροή τόσο των φωτογραφιών όσο και του video, πλην όμως σε αρχικό στάδιο, ήθελε να διερευνηθεί περαιτέρω το ζήτημα".
Όπως αναφέρεται τον Ιούνιο του 2020, η Ιωάννα Τούνη συναντήθηκε με τον πρώτο κατηγορούμενο σε κεντρικό καφέ της Θεσσαλονίκης. Μαζί της ήταν και μια φίλη της, πρώην παίκτρια του My Style Rocks. Εκεί όπως επισημαίνεται "Ο ανωτέρω κατηγορούμενος παραδέχτηκε ότι την βιντεοσκόπησε ο φίλος του, σε συνεννόηση με αυτόν και ότι το έκαναν για να σπάσουν πλάκα. Ο ίδιος το είχε στείλει σε κάποια άτομα αλλά πλέον το έχει σβήσει και δεν το έχει στην κατοχή του. Τα ανωτέρω προκύπτουν απο περιγραφές και την χωρίς αντιφάσεις κατάθεση της εγκαλούσας Ιωάννας Τούνη. Η φίλη της Τούνη επιβεβαίωσε πλήρως την συνάντηση μαζί με την εγκαλούσα με τον ανωτέρων κατηγορούμενο σε καφετέρια στο κέντρο Θεσσαλονίκης και την παραδοχή εκ μέρους του τελευταίου ότι η λήψη έγινε από το δεύτερο κατηγορούμενο και φίλο του πρώτου κατηγορουμένου. Είπε δε ότι το κάνανε για να σπάσουν πλάκα και ότι δεν το είχαν πλέον στην κατοχή τους καθώς το είχαν διαγράψει". Φίλοι της Ιωάννας Τούνη που κατέθεσαν περιέγραψαν την κατάσταση με τα πιο μελανά χρώματα. Η influencer, όπως είπαν όχι μόνο ζούσε εφιαλτικά διαπομπευμένη αλλά εγκαταλείφθηκε και από τον τότε σύντροφο της ο οποίος όπως είπαν επέλεξε να δώσει τέλος στη σχέση τους γιατί δεν άντεξε τον διασυρμό. "Τα ανωτέρω επιβεβαιώνονται και από την κατάθεση φίλου της Ιωάννας Τούνη οποίος βρισκόταν μαζί με την εγκαλούσα προ της συνεύρεσης με τον πρώτο κατηγορούμενο, επιβεβαίωσε όσα του μετέφερε η εγκαλούσα και η φίλη της περί παραδοχής της κατοχής από τον ανώτερο κατηγορούμενο και περί συμμετοχής του συγκατηγορουμένου.
Επιπλέον δε, κατέθεσε ότι τον Απρίλιο και Μάιο του 2020, άγνωστα άτομα έστελναν στους λογαριασμούς Instagram του ίδιου, της εγκαλούσας και του τότε συντρόφου της, το συγκεκριμένο βίντεο και ότι μετά τη δημοσιοποίηση αυτή, η εγκαλούσα βρέθηκε σε άσχημη ψυχολογική κατάσταση, στεναχωρήθηκε καθώς προσβλήθηκε η τιμή και υπόληψη της, διαπομπεύτηκε δημόσια και ο τότε σύντροφό της την χώρισε, γιατί δεν μπορούσε να αντέξει αυτό το διασυρμό. [….]. Η εγκαλούσα υπέστη τεράστια ηθική βλάβη, η οποία προέκυψε από την δημοσιοποίηση του video, κατέρρευσε ψυχολογικά από την δημοσιοποίηση που συνδυαζόταν με αναρίθμητα υβριστικά και χυδαία μηνύματα και σχόλια προς το πρόσωπό της, ακόμα και ζωντανά από αγνώστους διερχόμενους καθώς διαπομπεύτηκε δημόσια. Η δε βαρύτητα της προβολής σε συνδυασμό με την αναγνωρισιμότητα της, λόγω της συμμετοχής της σε τηλεοπτικό παιχνίδι, ήταν τέτοια που καθιστούσε την διαβίωση της αφόρητη".
Ο πρώτος κατηγορούμενος, στην απολογία του αρνήθηκε την κατηγορία ισχυριζόμενος ότι το επίδικο υλικό και δη το βίντεο και οι φωτογραφίες, δεν ήταν ποτέ στην κατοχή του και μόνο αφού αναρτήθηκαν τις έστειλαν επιμένοντας ότι δεν γνώριζε ότι κυκλοφορούσε. Όπως αναφέρεται "δικαιολόγησε το γεγονός ότι στο βίντεο κοιτούσε την κάμερα και χαμογελούσε εξαιτίας της συγκεκριμένης διάθεσης και κατάστασης της στιγμής εκείνης, ισχυριζόμενος ότι είδε ένα φως και γύρισε προς εκείνο το μέρος και ότι δε γνωρίζει και δεν κατάλαβε καν ότι τραβούσε κάποιος βίντεο, παρά μόνο ότι κάποιος τους πλησίασε. Το ίδιο ισχυρίστηκε και για τις φωτογραφίες.
Είπε ότι όταν έγινε αυτό και αντιλήφθηκαν ότι κάποιος τους είχε πλησιάσει, τόσο ίδιος όσο και η εγκαλούσα μαζεύτηκαν και έτρεξαν να μπουν στο αυτοκίνητο, από τον πανικό του άφησε την πίσω δεξιά πόρτα χωρίς να την κλείσει, η οποία έκλεισε με την ταχύτητα του αυτοκινήτου, ότι μπήκε στο αυτοκίνητο για να φύγουν και η κυρία Τούνη βρισκόταν ξαπλωμένη πίσω χωρίς να κλείσει την πόρτα και προφανώς τότε τραβήχτηκαν οι φωτογραφίες. Επιπλέον ισχυρίστηκε ότι δε γνωρίζει ποιος κυκλοφόρησε το βίντεο και τις φωτογραφίες και ότι πιστεύει ότι είναι ο άγνωστος που τους πλησίασε εκείνο το βράδυ και αφού πήρε δημοσιότητα το θέμα το κυκλοφόρησε.
Περαιτέρω και σε σχέση με τα αναφερόμενα περί φημών ότι ο ίδιος ο κατηγορούμενος κυκλοφόρησε το βίντεο και τις φωτογραφίες, ισχυρίστηκε ότι οι μάρτυρες ψεύδονται, ότι έχει ήδη καταθέσει μήνυση σε βάρος τους. Περαιτέρω, ισχυρίστηκε ότι η εγκαλούσα τον κατηγόρησε για λόγους δημοσιότητας ότι δεν τον κατηγόρησε για την ανάρτηση, γιατί προφανώς έτσι την βολεύει ότι ο ίδιος είναι θιγόμενος καθώς φαίνεται το πρόσωπό του ενώ η εγκαλούσα δεν ταυτοποιείται. Επιπλέον, ότι ίδια κατηγόρησε στο ίνσταγκραμ τον Ιανουάριο του 2022 και δεν τον κατονόμασε εξ’αρχής, ότι σε αντίθεση με την εγκαλούσα που αύξησε τους followers της στο Instagram και αντίστοιχα αυξήθηκαν τα κέρδη της, ο ίδιος έχει βλαφθεί σοβαρά και ότι οι μάρτυρες τους οποίους η εγκαλούσα ανέφερε ως πληροφοριοδότες δεν επιβεβαιώνουν τα λεγόμενα της.
Ο δεύτερος κατηγορούμενος αρνήθηκε την κατηγορία ισχυριζόμενος ότι έμαθε για το βίντεο το Μάιο του 2020, όταν του το έστειλε ο συγκατηγορούμενος του με link γιατί στεναχωρήθηκε και μάλιστα αυτός του είπε να πάει αμέσως να καταθέσει μήνυση στην Ασφάλεια, ότι με τις φωτογραφίες είχε κάτι ακούσει αλλά δεν το ανέφερε ο συγκατηγορούμενος, ότι ο ίδιος σε όλα αυτά ήταν παρατηρητής και δεν τον αφορούσε το θέμα. Παράλληλα, αρνήθηκε τη συμμετοχή του στην κυκλοφορία του video".
Όπως αναφέρεται στο βούλευμα "ισχυρισμοί εν γένει των κατηγορουμένων, δεν κρίνονται πειστικοί και καταρρίπτονται από τα προαναφερόμενα αποδεικτικά μέσα» και στις επόμενες γραμμές αναφέρεται αναλυτικά στο συμβάν και τη διακίνηση. "Από την στην αξιολόγηση του συνόλου των στοιχείων της δικογραφίας προέκυψε ότι οι κατηγορούμενοι από τις 23/7/2017 έως τις 31/12/2017, και κατά το έτος 2020, διέθεσαν, διέδωσαν και κοινοποίησαν, αποστέλλοντας σε πολλά διαφορετικά άγνωστά στην ανάκριση πρόσωπα, χωρίς τη συναίνεση της παθούσας Ιωάννας Τούνη μέσω του κινητού τηλεφώνου και με χρήση διαδικτυακών εφαρμογών και εφαρμογών κοινωνικής δικτύωσης όπως το Instagram, δύο τουλάχιστον φωτογραφίες που ελήφθησαν 23 Ιουλίου 2017 με την φωτογραφική μηχανή κινητού τηλεφώνου, περαιτέρω προέκυψε ότι κατά το χρονικό διάστημα από 23 Ιουλίου 2017 έως 10 Μαΐου 2020 περισσότερες από μία φορές από κοινού διέθεσαν, διέδωσαν και κοινοποίησαν, αποστέλλοντας σε πολλά διαφορετικά γνωστά στην ανάκριση τρίτα πρόσωπα, χωρίς τη συναίνεση της παθούσας, μέσω του κινητού του τηλεφώνου και με χρήση διαδικτυακών εφαρμογών εφαρμογών κοινωνικής δικτύωσης όπως το Instagram ένα βίντεο – ταινία – με ήχο μικρής διάρκειας 35 δευτερολέπτων που είχαν τραβήξει στις 23 Ιουλίου 2017 από κοινού με φωτογραφική μηχανή κινητού τηλεφώνου στην οποία ταινία εμφανίζεται η παθούσα σε προσωπικές στιγμές. Το ως άνω βίντεο περαιτέρω προέκυψε ότι το ανήρτησαν στις 8 Μαΐου 2020 και το είχαν ανηρτημένο τουλάχιστον μέχρι τις 11 Μαΐου 2020 χωρίς τη συναίνεση της παθούσας σε συγκεκριμένες σελίδες του διαδικτύου.
Εν γένει προέκυψε ότι η προαναφερθείσα μικρού μήκους ταινία καθώς και φωτογραφίες που λήφθηκαν με τη χρήση φωτογραφικής μηχανής κινητού τηλεφώνου, αποτελούν αρχεία προσωπικών δεδομένων, στα οποία επενέβησαν και έλαβαν γνώση αυτών και αφού τα αντέγραψαν και τα αποθήκευσαν στο κινητό τηλέφωνο τους αντί να το διαγράψουν, τα χρησιμοποίησαν από κοινού, τα διέδωσαν τα διέθεσαν και τα κοινοποιήσαν μέσω διαδικτυακών εφαρμογών και εφαρμογών κοινωνικής δικτύωσης όπως το Instagram σε πολλά διαφορετικά τρίτα άγνωστα στην παθούσα πρόσωπα χωρίς τη συγκατάθεση της.
Ενήργησαν δε με σκοπό να προσβάλλουν βάναυσα την προσωπικότητα της, καθώς μέσω των προαναφερθέντων τρόπων, παρουσίασαν την παθούσα ως άτομο ελαφρών ηθών, πλήττοντας με τον τρόπο αυτό βάναυσα την κοινωνική της υπόσταση. Επειδή περαιτέρω προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις ενοχής, ικανές να στηρίξουν δημόσια στο ακροατήριο κατηγορία σε βάρος του κατηγορουμένου για παραβίαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, που αφορούν την σεξουαλική ζωή φυσικού προσώπου μέσω προηγούμενων επεμβάσεων σε σύστημα αρχειοθέτησης δεδομένων με τη μορφή συλλογής, χρήσης, μετάδοσης, διάδοσης, κοινολογήσης σε τρίτα μη δικαιούμαι να πρόσωπα με σκοπό βλάβης, από κοινού και κατ’ εξακολούθηση πρέπει το Συμβούλιο σας να αποφασίσει την παραπομπή τους στο ακροατήριο του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης που είναι αρμόδιο.
Περαιτέρω πρέπει να διατηρηθεί ο περιοριστικός όρος εγγυοδοσίας ποσού των 2000 ευρώ που επιβλήθηκε στον πρώτο κατηγορούμενο ώστε να διασφαλιστεί ότι θα εμφανιστεί ενώπιον του δικαστηρίου και να υποβληθεί στην εκτέλεση της απόφασης που θα εκδοθεί μέχρι την οριστική εκδίκαση της κατηγορίας, ενώ δεν προέκυψε ότι συντρέχει λόγος επιβολής σε βάρος του δεύτερου κατηγορουμένου μέτρων δικονομικού καταναγκασμού.
Πηγή: www.newsit.gr