Ο έρωτας είναι τυφλός. Το πάθος μας βγάζει τα μάτια και μας ξεγράφει τη λογική. Η εμμονή μας αποτελειώνει. Τελικά τι μας είναι; Αγάπη, πόθος, έρωτας ή εμμονή; Η ψυχολόγος Χριστίνα Σορόκου μας δίνει απαντήσεις σε όλα. Βασική η διαφοροποίηση αυτών των τεσσάρων εννοιών έτσι ώστε να μην καταλήξουμε μπερδεμένοι, απογοητευμένοι, ή ακόμα προδομένοι.
Βάση για εμμονές υπάρχει όταν μια «σχέση» δεν είναι αμφίδρομη. ‘Όταν για παράδειγμα, ο ένας είναι ερωτευμένος και ο άλλος όχι, όταν πιστεύουμε και συμπεριφερόμαστε ότι έχουμε δεσμευτεί σε σχέση και το έτερο είναι «παντού και πουθενά», ή ακόμη και όταν, ο ένας είναι αφοσιωμένος και ο άλλος όχι, … Αν δίνουμε διαρκώς χωρίς ανταπόκριση, αν προσπαθούμε διαρκώς να ευχαριστήσουμε το έτερο μας, αν η σχέση μας δεν είναι αμοιβαία … μεγάλη είναι και η πιθανότητα ότι η σχέση μας βασίζεται σε εμμονή. Όχι σε αγάπη. Το τελευταίο που θέλουμε είναι να αντιληφθούμε ότι το όλο θέμα είναι μια «παρεξήγηση» και ο/η «άλλος/η,» να μην εννοούσε αυτά που εμείς πιστέψαμε ή νομίσαμε ότι ακούσαμε.
Μπερδεύουμε ξανά και ξανά την αγάπη με την έντονη «χημεία». Η ένωση μοιάζει να είναι «μοιραίο γεγονός. Αυτή η έλξη είναι βιολογική. Οι φερομόνες του ενός μας που ταιριάζουν με τις φερομόνες ενός άλλου ατόμου δημιουργούν μια σπίθα. Παίρνουμε έτσι την αίσθηση αυτού του σωματικού πάθους και νοιώθουμε σάμπως και βρήκαμε το «τέλειο» κλειδί για την κλειδαριά. Αυτό το συναίσθημα, της έντονης ερωτικής έλξης, συχνά το αποκαλούμε «έρωτας». Τυφλωνόμαστε και νομίζουμε βρήκαμε το «τέλειο». Βλέπουμε ότι θέλουμε, ακούμε ότι θέλουμε, ονειρευόμαστε χωρίς τον ξενοδόχο και όλα, όνειρα θερινής νυκτός…
Φυσιολογικό όμως, μιας και η έλξη είναι εντονότατη αν και όχι πάντοτε ακαριαία. Επομένως, βασιζόμαστε στην δική μας πραγματικότητα … του ποιος νομίζουμε είναι ο άλλος, στο τι νομίζουμε ότι θα ήθελε. Εννοείτε ο/η ιδανικός σύντροφός μας είναι απλά και πάντα τέλειος! Παγιδευμένοι στη δίνη της σεξουαλικής έντασης και του πάθους, βλέπουμε και ακούμε μόνο αυτά που εμείς θέλουμε να δούμε και να ακούσουμε. Τον πρώτο καιρό μιας σχέσης είναι φυσιολογικό να αισθάνεται κανείς έντονο ερωτικό πόθο και να μην μπορεί να «ξεκολλήσει» από τον άλλον, όμως, καθώς η γνωριμία προχωράει και βλέπει κανείς τον χαρακτήρα και τα ελαττώματα του άλλου, αποφασίζει αν πρόκειται για αγάπη ή για πάθος.
Δεν είναι τυχαίο που πολλές φορές, όταν συνειδητοποιήσουμε ότι δεν μας αρέσει όσο νομίζαμε ή φανταζόμασταν το «τέλειο» (που δεν είναι πλέων «τέλειο»), ξεκινάμε να «ξενερώνουμε» και να την κάνουμε με ελαφρά πηδηματάκια. Δυστυχώς όμως, «και πάρα… μα.. πάρα πολλές φορές», επιμένουμε στη δική μας φαντασίωση και το άλλο άτομο μας γίνετε έμμονη ιδέα. Αυτό μας οδηγεί στην εκλογίκευση, μεταφράζοντας την εμμονή μας σε έρωτα! Άσε που πεισματικά επιμένουμε να κάνουμε αυτή τη σχέση να δουλέψει και δίνουμε ξανά και ξανά ευκαιρίες. Η εμμονή μοιάζει με πάθος, αλλά είναι χειρότερη. Γιατί είναι παραπλανητική, καταστροφική, χάνουμε το χρόνο μας και την υγεία μας.
Το πάθος είναι περαστικό, μιας και ξεθωριάζει με την τριβή. Δηλαδή όταν τα ερωτευμενάκια γνωριστούν λίγο καλύτερα και απομυθοποιηθούν … ο κάθε ένας αντιλαμβάνεται τις διαφορές που υπάρχουν μεταξύ τους στις κοσμοθεωρίες τους, στις αξίες τους κ.α. Αλλά, η έμμονη ιδέα παραμένει, σταθερή και ακτύπητη. Το σεξουαλικό πάθος από μόνο του δεν οδηγεί κάθε φορά στην αγάπη. Παρόλο που η αγάπη έχει κατά το πλείστο σαν ξεκίνημα αυτό το ερωτικό πάθος και είναι ένα σημαντικότατο συστατικό αυτής της εξίσωσης, η εξίσωση αυτή χρειάζεται και επιπρόσθετα συστατικά όπως: χρόνο, σεβασμό, υπομονή, θαυμασμό (ακόμη και μετά την απομυθοποίηση του έτερου μας), επικοινωνία, κατανόηση, στήριξη κ.α.
Αντιθέτως, οι εμμονές σκοτώνουν την αγάπη. Αυτό γιατί, μέσα από τις εμμονές μας για το έτερο και τη σχέση μας, χάνουμε τον εαυτό μας. Αυτό σημαίνει ότι χάνουμε την ατομικότητα μας και σαν αποτέλεσμα μπαίνουμε σε φαύλους κύκλους κτητικής, εξαρτητικής, εμμονικής συμπεριφοράς. Μέσα από αυτό τον κύκλο επενδύουμε χρόνο και τα πράγματα παίρνουν όλο και πιο γρήγορα τον κατήφορο. Καταστροφικές ψυχολογικές συνέπειες για εμάς και σχέση καπούτ! ! Στη συνέχεια η απόλυτη άρνηση να δεχτούμε ότι η σχέση τελείωσε, μπαίνουμε στη διαδικασία υποσχέσεων π.χ. «άλλαξα» και με «πίστη» ορκιζόμαστε «αγάπη» … ελπίδα ότι θα κερδίσουμε ξανά το έτερο που τώρα είναι πρώην. Υποτιμώντας φυσικά το έτερο, τα θέλω και τα συναισθήματα του/της. Παίζουμε τα τελευταία μας χαρτιά – «το θύμα» - «το χαμένο άνθρωπο»- και ζητούμε την συμπαράσταση, και πάλι ελπίζοντας εμμονικά. Το πρώην έτερο τρέχει να σωθεί και εμείς ατού …
Για να μην πέφτουμε σε παγίδες χρειαζόμαστε να ξέρουμε πάνω από όλα ποιοι είμαστε και τι θέλουμε. Χρειάζεται να μπορούμε να αξιολογούμε τα συναισθήματά μας και τις σχέσεις μας, έτσι ώστε να μπορούμε να αντιληφθούμε την πραγματικότητα των καταστάσεων. Κατ’ επέκταση, με αυτοσεβασμό και αξιοπρέπεια να αντιμετωπίσουμε τις καταστάσεις και αν χρειάζεται να βρούμε το ψυχικό θάρρος να φύγουμε με το κεφάλι ψηλά. Χρειάζεται να μάθουμε να κάνουμε και να διεκδικούμε συναισθηματικά υγιείς σχέσεις.