Το παιχνίδι είναι τόσο ζωτικής σημασίας στην ανάπτυξη του παιδιού όσο και το να μάθει να διαβάζει, να γράφει ή να προσθέτει!
Πολλοί γονείς θεωρούν ότι το παιχνίδι είναι απλά ένας τρόπος με τον οποίο τα παιδιά απλά διασκεδάζουν και περνούν την ώρα τους. Πόσο συχνά πιάνουμε τον εαυτό μας να λέει: «Α, απλά παίζει». Δεν υπάρχει τίποτα «απλό» όμως στο παιχνίδι. Θα λέγαμε μάλιστα ότι, για την ανάπτυξη του παιδιού σας, το παιχνίδι είναι τόσο σημαντικό, αν όχι πιο σημαντικό, από το να μάθει να διαβάζει, να γράφει ή να κάνει αριθμητικές πράξεις!
Ο ρόλος του παιχνιδιού
Για την ακρίβεια το παιχνίδι έχει ουσιαστικό ρόλο στην ανάπτυξη των κοινωνικών, συναισθηματικών, γλωσσολογικών και διανοητικών ικανοτήτων του παιδιού, καθώς ενισχύει τη διευρυνόμενη αντίληψή του για πολύπλοκες έννοιες όπως το μέγεθος, το σχήμα, η βαρύτητα, το βάρος, η ακαμψία και η ευλυγισία. Και, όπως θα δούμε, αυτή η μάθηση αρχίζει κατά τους πρώτους μήνες μετά τη γέννηση. Τα παιχνίδια μάθησης και το παιχνίδι, γενικότερα, επίσης, αφορά την ανάπτυξη των λεπτών και των γενικών κινητικών δεξιοτήτων, καθώς και την ενδυνάμωση των μυών του παιδιού σας ώστε να μπορεί να σκαρφαλώνει, να τρέχει και να χειρίζεται βαριά αντικείμενα. Εκτός από την εξερεύνηση των ιδιοτήτων των αντικειμένων, το παιχνίδι ενθαρρύνει την εφευρετικότητα, τη φαντασία, τη δημιουργικότητα και τις ικανότητες επίλυσης όλων των ειδών των προβλημάτων. Πραγματικά, εάν παρατηρήσετε την πολυπλοκότητα του παιχνιδιού ενός παιδιού μπορεί να ξαφνιαστείτε έντονα. Επομένως, το παιχνίδι είναι κρίσιμο για την υγιή πνευματική και σωματική ανάπτυξη των μικρών παιδιών και την προσπάθεια γα την προοδευτική αντίληψη του κόσμου. Θα μπορούσατε, όμως, να αναρωτηθείτε: «Πώς, το να σπρώχνει δύο τουβλάκια στο πάτωμα, παριστάνοντας ότι είναι αυτοκίνητα και να φωνάζει ‘βρουμ-βρουμ-βρουμ’ θα μπορούσε να συμβάλει στη δημιουργία σημαντικών μακροπρόθεσμων συνειρμών στον εγκέφαλο του παιδιού;» Πιθανώς να μην έχετε σκεφτεί ποτέ ότι το παιχνίδι θα μπορούσε να έχει μια τόσο σπουδαία λειτουργία. Ας αναλύσουμε, λοιπόν, το παιχνίδι για να δούμε τι βρίσκεται πραγματικά στη βάση αυτών των φαινομενικά οκνηρών κινήσεων στις οποίες επιδίδονται τα παιδιά κατά τα πρώτα χρόνια της ηλικίας τους.
Πότε αρχίζει το παιχνίδι;
Μερικές φορές είναι δύσκολο να κάνετε ένα ξεκάθαρο διαχωρισμό μεταξύ παιχνιδιού και εξερεύνησης, όπως όταν π.χ. ένα μωρό πετάει συνεχώς τα παιχνίδια του από ψηλά στο πάτωμα! Εκείνη τη στιγμή παίζει, προσπαθεί να εκνευρίσει τη μανούλα ή πειραματίζεται με τη βαρύτητα; Πιθανώς να είναι μια μίξη και των τριών αλλά το παιχνίδι έχει τόσο σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη που οι παιχνιδιάρικες πλευρές οποιασδήποτε δραστηριότητας δεν θα πρέπει να υποτιμούνται. Υπάρχουν πολλά εκπαιδευτικά παιχνίδια για μωρά. Για την ακρίβεια, ανάλογα με τον ορισμό που δίνει ο καθένας στο παιχνίδι, κατά την άποψή μου, αυτό αρχίζει περίπου στον τρίτο μήνα της ζωής, όταν ένα μωρό προσπαθεί επί ώρες να τραβήξει τα μικρά αντικείμενα που κρέμονται πάνω από την κούνια του ή να αρπάξει τα δάχτυλα των ποδιών του. Αυτές οι φαινομενικά αργές δραστηριότητες προοδευτικά οδηγούν στο συγχρονισμό των χεριών και των ματιών και στη δημιουργία συνειρμών στον εγκέφαλο του μωρού, μεταξύ αυτών που αποκαλούμε «οπτικό φλοιό» και «κινητικό φλοιό». Οι συνδέσεις εντός και μεταξύ των περιοχών του εγκεφάλου είναι πολύ σημαντικές για την ανάπτυξη. Τα μωρά γίνονται μικροί φυσικοί μέσω του παιχνιδιού, καθώς ανακαλύπτουν πως τα αντικείμενα διαφέρουν όσον αφορά το βάρος, το μέγεθος και το σχήμα και πως κάνουν ήχους όταν τα χτυπούν σε σκληρή επιφάνεια. Βρείτε το χρόνο και παρατηρήστε πώς το μωράκι σας συγκεντρώνεται και προσπαθεί αέναα να προσαρμόσει τη χούφτα του σε κάθε νέο αντικείμενο και προσέξτε την ευχαρίστηση στο πρόσωπό του όταν τελικά καταφέρνει να το αρπάξει, έστω και για λίγο. Η ευχαρίστησή του από αυτή την επιτυχία απελευθερώνει στον εγκέφαλο χημικές ουσίες που ονομάζονται ενδορφίνες και οι οποίες επιφέρουν ένα αίσθημα ηρεμίας και ικανοποίησης από την επίτευξη ενός στόχου.
Υποκριτικό παιχνίδι
Στη σχέση παιχνίδι και εκπαίδευση, οι ψυχολόγοι συχνά διαχωρίζουν το παιχνίδι σε δύο είδη: το λειτουργικό και το υποκριτικό. Το λειτουργικό παιχνίδι αφορά τη χρήση αντικειμένων για το σκοπό τον οποίο δημιουργήθηκαν αρχικά, όπως τα αντικείμενα που κρέμονται πάνω από την κούνια του μωρού και προσπαθεί να τα φτάσει, οι μπάλες που θα κυλήσει, οι πύργοι και οι γέφυρες που θα χτίσει. Το υποκριτικό παιχνίδι, ωστόσο, είναι πολύ πιο ενδιαφέρον. Σε αυτήν την περίπτωση το παιδί όχι μόνο δημιουργεί μία ιστορία γύρω από τη γέφυρα ή τον πύργο που θα χτίσει αλλά και, από την ηλικία των 18 μηνών κι έπειτα, αρχίζει να χρησιμοποιεί τα αντικείμενα και για σκοπούς άσχετους από αυτούς για τους οποίους αρχικά φτιάχτηκαν. Για παράδειγμα, μπορεί να σηκώσει μία μπανάνα, να προσποιηθεί ότι είναι τηλέφωνο και να κάνει μια λεπτομερή υποτιθέμενη συζήτηση με την μπανάνα! Μπορεί, επίσης, να προσποιηθεί ότι ένα δάχτυλο είναι ο σκύλος και ένα άλλο η γάτα και ότι μιλούν μεταξύ τους! Τι είναι αυτό που καθιστά ένα παιδί ικανό να αντικαταστήσει ένα αντικείμενο με ένα άλλο ή ακόμα και να κάνει μία συζήτηση χωρίς να κρατά τίποτα στα χέρια του; Οι ψυχολόγοι πιστεύουν ότι αυτό αντιπροσωπεύει μία τεράστια πρόοδο στις γνωστικές δεξιότητες του παιδιού, την πιθανότητα της συμβολικής σκέψης. Πάρτε το παράδειγμα της μπανάνας και του τηλεφώνου. Αρχικά, αφού προσέξει την ομοιότητα στο σχήμα, το παιδί πρέπει να αναβάλει προσωρινά ή να αποκόψει από τον εγκέφαλό του όλα όσα γνωρίζει για τις κανονικές μπανάνες (υπάρχουν σε τσαμπιά, είναι φαγώσιμες, δεν κάνουν θόρυβο) και προσωρινά να τους αποδώσει τα χαρακτηριστικά που γνωρίζει ότι έχουν τα τηλέφωνα (κάνουν θόρυβο, χρησιμοποιούνται για να μιλήσεις με άτομα που δεν είναι παρόντα), ώστε να προχωρήσει το παιχνίδι της υποκριτικής. Πολύ σημαντική είναι η ικανότητα του παιδιού να δημιουργήσει μια νέα προσωρινή υποκριτική αναπαράσταση στο μυαλό του που θα πρέπει να αποκόψει από τις υπάρχουσες πνευματικές αναπαραστάσεις που έχει για τον πραγματικό κόσμο. Από εκείνη τη στιγμή μπορεί να ζήσει στον παντοτινό κόσμο του «αν»: η μπανάνα είναι ένα τηλέφωνο. Κατά το υποκριτικό παιχνίδι και όσο η μπανάνα έχει το ρόλο του τηλεφώνου το παιδί δε θα προσπαθήσει να τη φάει! Παρόλα αυτά, όσο το παιδί προσποιείται, δε διαγράφει από τη μνήμη του τις πραγματικές ιδιότητες του αντικειμένου (αυτά που γνωρίζει για τις πραγματικές μπανάνες) επειδή, μόλις τελειώσει το παιχνίδι μπορεί άμεσα να καθαρίσει την μπανάνα και να τη φάει! Κάποιοι ψυχολόγοι υποστηρίζουν ότι ο κόσμος του «αν», στο παιχνίδι της υποκριτικής, είναι ένα σημαντικό στάδιο πριν την κατανόηση από τα πιο μεγάλα παιδιά των εννοιών του «αν» στις υποθετικές δηλώσεις, όπως η φράση «αν τα σκυλιά είχαν φτερά θα μπορούσαν να πετάξουν». Για να μπορέσει ο εγκέφαλος του παιδιού να υποστηρίξει ένα φαινομενικά απλό υποκριτικό παιχνίδι, απαιτούνται πολύπλοκες, δυναμικές δραστηριότητες, για τις οποίες βοηθούν πολύ τα παιχνίδια μάθησης.
Αν και το θεατρικό παιχνίδι ξεκινά κατά το δεύτερο έτος της ηλικίας, μπορεί να συνεχιστεί μέχρι και τα 5 έτη ή και περισσότερο. Η σπουδαιότητά του έγκειται στις πνευματικές δραστηριότητες του εγκεφάλου που απαιτούνται για να οργανωθεί το παιχνίδι: το παιδί πρέπει να αναπαραστήσει πνευματικά τους διαφορετικούς πρωταγωνιστές και τα αντικείμενα που παίρνουν μέρος στο παιχνίδι και να θυμάται τους ρόλους που έχουν αναλάβει. Είναι μια σημαντική άσκηση για τη μνήμη, η οποία παίζει ιδιαίτερο ρόλο στη σχέση παιχνίδι και εκπαίδευση. Για παράδειγμα, μπορεί να πάρει δύο ίδιες κούκλες και να αποφασίσει ότι ή μια θα είναι η μητέρα και η άλλη το νέο μωράκι ή ότι μία χάντρα είναι ένα κομμάτι σοκολάτα ενώ ότι ένα κομμάτι ξύλο είναι ένα λεωφορείο. Όταν αυτά αποφασιστούν, το παιδί πρέπει να διατηρήσει αυτούς τους ρόλους σε ολόκληρο το παιχνίδι. Αυτό δεν είναι εύκολο για ένα νήπιο αφού, αντικειμενικά, τα υποκριτικά αντικείμενα συχνά δε μοιάζουν καθόλου με αυτά, για το συμβολισμό των οποίων, φτιάχτηκαν και γι’ αυτό τα εκπαιδευτικά παιχνίδια για μωρά δεν εμπεριέχουν τέτοιου είδους ασκήσεις.
Μεταξύ των ηλικιών των 2 και των 2,5 ετών κι έπειτα, τα παιδιά συχνά συνοδεύουν το παιχνίδι τους με προφορική διήγηση, είτε από τη φαντασία τους είτε με αναπαράσταση ενός γεγονότος που δυσκολεύτηκαν να καταλάβουν ή ήταν συναισθηματικά φορτισμένο. Για να μπορέσουν να το κάνουν αυτό πρέπει να προσέξουν τη σειρά των γεγονότων στη διήγηση. Συνεπώς, καθώς παρατηρείτε αυτά τα φαινομενικά αργά οκνηρά παιχνίδια, ακούστε προσεκτικά τη μαγική διήγηση που μουρμουρίζει το παιδί σας και θυμηθείτε ότι αυτό απαιτεί μεγάλες δυνατότητες μνήμης, εφευρετικές ικανότητες και γλωσσολογικές δεξιότητες.
Γνωρίζατε ότι τα παιδιά συχνά χρησιμοποιούν δύο διαφορετικές μορφές γλώσσας στο παιχνίδι τους; Κατά τη διάρκεια μίας πολύ ενδιαφέρουσας μελέτης που διεξήχθη στις Η.Π.Α. παρατηρήθηκαν διακριτικά ομάδες από παιδιά σε υποκριτικό παιχνίδι και καταγράφηκαν οι γλώσσες που χρησιμοποιούσαν. Η έρευνα έδειξε ότι τα παιδιά χρησιμοποίησαν δύο διαφορετικούς τρόπους για να μεταφέρουν ακριβώς το ίδιο μήνυμα, ανάλογα με το εάν έπαιζαν ένα ρόλο στο παιχνίδι ή εάν απλά σχολίαζαν αυτήν την κατάσταση. Έτσι, για παράδειγμα, τα παιδιά χρησιμοποιούσαν μία μορφή του μελλοντικού χρόνου όταν μιλούσαν μέσω του χαρακτήρα που υποδύονταν: «Πρόκειται να πάω στο πάρκο τώρα». Όταν, όμως, για λίγο έβγαιναν από το ρόλο για να σχολιάσουν κάποιο γεγονός, χρησιμοποιούσαν άλλη μορφή του μελλοντικού χρόνου για να μεταδώσουν ένα παρόμοιο μήνυμα: «Θα πάρω την άλλη κούκλα τώρα, για να έρθει ο Μπαμπάς σπίτι». Παρατηρώντας ότι αυτό το γεγονός ήταν συνεχές, κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι τα παιδιά χρησιμοποιούν διαφορετικές μορφές γλώσσας για να επισημάνουν ακριβώς το πότε βρίσκονται σε ένα ρόλο του παιχνιδιού και το πότε βγαίνουν από αυτόν για να ρυθμίσουν διάφορους χαρακτήρες ή γεγονότα, παρά το γεγονός ότι ουσιαστικά εξέφραζαν την ίδια έννοια. Αυτά είναι σημαντικά στοιχεία σχετικά με το πώς τα παιδιά δείχνουν γλωσσολογικά ότι ένα υποκριτικό παιχνίδι βρίσκεται σε εξέλιξη, κατά τη διάρκεια του οποίου οι περιορισμοί της κανονικής πραγματικότητας μπορούν να παραβιαστούν για να μπουν στον αέναο κόσμο του παιχνιδιού. Επομένως, κατά την υποκριτική αυτή πρακτική, οι άνθρωποι μπορούν να πετάξουν, τα πουλιά να μιλήσουν, ένα στυλό να μαγειρευτεί και να φαγωθεί και το ανύπαρκτο νερό να χυθεί από μια κανάτα και να καταναλωθεί αργά μέσα από ένα καλαμάκι, το ρόλο του οποίου παίζει ένας χάρακας. Φανταστείτε πως ο εγκέφαλος του παιδιού σας πρέπει να διαχειριστεί όλες αυτές τις νέες, προσωρινές πνευματικές αναπαραστάσεις χωρίς να καταστρέψει τις σταθερές που αφορούν τον πραγματικό κόσμο.
Οι δυνατότητες του υποκριτικού παιχνιδιού είναι σχεδόν ατελείωτες. Ποτέ μη θεωρήσετε ότι το υποκριτικό παιχνίδι του παιδιού σας είναι χαζό. Για την ακρίβεια είναι σαν ένα δημιουργικό γράψιμο της πλοκής και της δομής μίας ιστορίας, με διαφορετικούς ρόλους που επεκτείνουν τη φαντασία και την εξυπνάδα του με πολλούς τρόπους και παίζουν σημαντικό ρόλο στα παιχνίδια μάθησης.
Το παιχνίδι ως μέρος της συναισθηματικής ανάπτυξης
Ο ρόλος του παιχνιδιού στη συναισθηματική ανάπτυξη δεν μπορεί να υποτιμηθεί. Τα παιδιά συχνά θα αντιμετωπίσουν ένα δύσκολο πρόβλημα, όπως η γέννηση ενός αδερφού, καθώς θα το επεξεργάζονται μέσα στην ασφάλεια του παιχνιδιού του δικού τους μικρού κόσμου. Πραγματικά, οι θεραπευτές, με ειδικότητα στα παιδιά, συχνά χρησιμοποιούν το υποκριτικό παιχνίδι για να βοηθήσουν παιδιά που έχουν υποστεί κάποιο τραύμα. Ως γονέας, μπορείτε συχνά να μάθετε περισσότερα για τους φόβους και τις ανησυχίες των παιδιών σας παρατηρώντας τα αθόρυβα παρά ρωτώντας τα άμεσα. Συνεπώς, αντί να ρωτήσετε: «είσαι αναστατωμένη;», κάτι που απαιτεί από το παιδί να εκφράσει με λόγια τα συναισθήματά του - που είναι πολύ πέρα από τις δυνατότητές του σε αυτό το στάδιο της ανάπτυξης - μπορείτε να ανακαλύψετε τα βαθύτερα αισθήματά του παρατηρώντας προσεκτικά τις λεπτομέρειες του παιχνιδιού του. Ο θυμός και η ζήλια μπορούν να μετριαστούν εάν αναπαρασταθούν οι καταστάσεις με κούκλες. Γι' αυτό και είναι καλή ιδέα να αγοράσετε μία κούκλα - μωράκι για το νήπιό σας εάν πρόκειται να αποκτήσετε και δεύτερο παιδάκι. Είναι καλό να εντάξετε τα εκπαιδευτικά παιχνίδια για μωρά στην καθημερινότητά τους. Μη μαλώσετε το νήπιό σας εάν το δείτε να φωνάζει ή να χτυπάει την κούκλα. Αυτό στην πραγματικότητα είναι ένα υγιές σημάδι που δείχνει ότι προσπαθεί να καταλάβει και να αναλάβει τον έλεγχο των νέων του συναισθημάτων, διοχετεύοντας τα άγχη του στον προσποιητό κόσμο και μακριά από το αληθινό μωρό στον πραγματικό κόσμο. Τα παιδιά, επίσης, χρησιμοποιούν το παιχνίδι για να επεξεργαστούν τους κοινωνικούς κανόνες. Παίζουν με τις κούκλες τους κοινωνικο-δραματικούς ρόλους όπως της δασκάλας, του οδηγού τρένου, της μαμάς, του μπαμπά, του μωρού και του αστυνομικού, με πολύπλοκους τρόπους για να εξερευνήσουν τη διαφορετικότητά τους και να κατανοήσουν τη θέση που έχουν στον συνεχώς επεκτεινόμενο κοινωνικό κόσμο τους.
Επομένως, σύμφωνα με τη σχέση παιχνίδι και εκπαίδευση, την επόμενη φορά που θα δείτε το παιδί σας να είναι απασχολημένο με αυτό που θα θεωρούσατε «απλά χαλαρό παιχνίδι», προσπαθήστε να το παρατηρήσετε από διαφορετική οπτική πλευρά και να σκεφτείτε όλους τους έξυπνους συνειρμούς που σχηματίζονται στο ραγδαία αναπτυσσόμενο μυαλό του!