Οι αυξημένες υποχρεώσεις της σύγχρονης ζωής συχνά μας αναγκάζουν να βάζουμε σε δεύτερη μοίρα την πιο βασική ίσως καθημερινή συνήθεια: τον ύπνο.
Ο ύπνος μάς αναζωογονεί ώστε να μπορούμε να αποδώσουμε την επόμενη ημέρα. Μακροπρόθεσμα, όμως, μας προστατεύει από δεκάδες παθήσεις, όπως η άνοια και ο διαβήτης.
Αντιθέτως, η έλλειψη ύπνου συνδέεται άμεσα με την πρόωρη γήρανση της επιδερμίδας, την καρδιοπάθεια, την παχυσαρκία και όχι μόνο.
Η πρότυπη οδηγία των ειδικών είναι να κοιμόμαστε 7 με 9 ώρες καθημερινά. Το ζήτημα των ιδανικών ωρών ύπνου παραμένει, όμως, αμφιλεγόμενο. Πόσες ώρες ύπνου χρειαζόμαστε πραγματικά για να αποδώσουμε στο μέγιστο βαθμό;
Η οδηγία του αμερικανικού Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων αναφέρει ότι πρέπει να κοιμόμαστε από 6 έως 9 ώρες καθημερινά, με το 8ωρο να αποτελεί τη «χρυσή τομή» του ύπνου για το μέσο ενήλικα.
Ωστόσο, όλο και περισσότερες μελέτες υποδεικνύουν ότι ίσως τελικά χρειαζόμαστε λιγότερο ύπνο. Για το λόγο αυτό, το Κέντρο επανεξετάζει την καθιερωμένη οδηγία.
Το κριτήριο που καθορίζει τις ιδανικές ώρες ύπνου είναι το εξής: Κοιμόμαστε όσες ώρες χρειάζεται ώστε να ξυπνήσουμε αναζωογονημένοι και να μπορούμε να ανταπεξέλθουμε στις υποχρεώσεις της επόμενης ημέρας. Ίσως 6 ή 7 ώρες είναι αρκετές για το σκοπό αυτό.
Προκειμένου να διαπιστώσουμε πόσες ώρες πρέπει να κοιμόμαστε, οι ειδικοί συνιστούν να ξεκινάμε από τις 6 ώρες. Εάν μετά από μία εβδομάδα ξυπνάμε κουρασμένοι, τότε αυτές οι ώρες δεν είναι αρκετές. Θα πρέπει να προσθέτουμε 15 λεπτά ύπνου ανά εβδομάδα μέχρι να καταλήξουμε στις ιδανικές ώρες.