Συνέντευξη - χείμαρρος: «Ο Ψινάκης είχε ψύχωση με τον Ιόλα, τον αντέγραφε στην ομιλία και το ντύσιμό του»


Συνέντευξη - χείμαρρος: «Ο Ψινάκης είχε ψύχωση με τον Ιόλα, τον αντέγραφε στην ομιλία και το ντύσιμό του»

Η ζωή του αμφιλεγόμενου μαικήνα της τέχνης, που κρίθηκε και κατακρίθηκε (φτάνοντας να βρεθεί αντιμέτωπος με εξαιρετικά σοβαρές κατηγορίες), μέσα από τα μάτια του ανθρώπου που τον συντρόφευσε στις σημαντικότερες στιγμές της ζωής του.

Πόσες ζωές χωράνε σε μια ζωή; Στο σουρεαλιστικό σύμπαν του Αλέξανδρου Ιόλα το ρόλο του πρωταγωνιστή τον έχει μόνο εκείνος. Ο Aιγυπτιώτης γιος του βαμβακέμπορα από την Αλεξάνδρεια ένιωθε μια ακατανίκητη έλξη για τις τέχνες. Με συστατικές επιστολές του Καβάφη, ήρθε στην Αθήνα, όπου γνωρίστηκε με τον Σικελιανό, τον Μητρόπουλο και τον Παλαμά. Επόμενοι σταθμοί του ανήσυχου νεαρού το Βερολίνο, το Σάλτσμπουργκ, το Παρίσι. Χορεύει και ποζάρει για ζωγράφους.

Γνωρίζεται με τα φωτεινά μυαλά της εποχής, όπως τους Valéry και Breton. Το 1931, ένας πίνακας του De Chirico «δρα» αποκαλυπτικά για εκείνον. Η ζωγραφική και ο κόσμος της τον γοητεύουν, δικτυώνεται… Το 1936 πηγαίνει στην Αμερική, όπου συνεχίζει να χορεύει. Αρραβωνιάζεται την παρτενέρ του, την εγγονή του προέδρου των ΗΠΑ, Θεοδώρα Ρούσβελτ, και λίγο αργότερα χωρίζει. Το 1946 με τη φίλη του δούκισσα Γκραμόν ιδρύει γκαλερί στο Μανχάταν.

Από το 1950 έως το 1987 αναζητούσε τα ταλέντα και οι άσημοι καλλιτέχνες που ανακάλυπτε μεταλλάσσονταν στα σπουδαιότερα ονόματα της τέχνης του 20ού αιώνα. Δεν ήταν ένας, αλλά πολλοί: ο Andy Warhol, ο Rene Magritte κ.ά.

Η παγκόσμια ελίτ υποβάλλει τα σέβη της στο μαικήνα της τέχνης και στις γκαλερί του. Στα μέσα του 1970, αν και βρίσκεται στην Αμερική και στην «κορυφή του εικαστικού κόσμου», αποφασίζει να επιστρέψει στην Ελλάδα, γιατί, όπως πάντα έλεγε: «Αγαπώ το ελληνικό φως. Θέλω να χαρίσω ένα μουσείο στην πατρίδα μου». Εισβάλλει σαν σίφουνας και η Ελλάδα κοιτάει άναυδη μια εκκεντρική προσωπικότητα να ξεδιπλώνεται μπροστά της. Η αρχική έκπληξη δίνει τη θέση της στο θαυμασμό, αλλά και στην αμηχανία. Το 1981, το ΠΑΣΟΚ σαρώνει στις εκλογές, όμως ο Ιόλας με συνεντεύξεις του στις γαλλικές εφημερίδες Monde, Liberation, αλλά και στην Όλγα Μπακομάρου στο περιοδικό Γυναίκα, έβγαζε κοροϊδευτικά τη γλώσσα στην πανίσχυρη τότε κυβέρνηση, λέγοντας: «O Παπανδρέου είναι ένας μέτριος πολιτικός», ενώ τα έβαζε και με τα «ιερά», τονίζοντας: «Ο Παρθενώνας είναι κατεστραμμένος και για αυτό ωραίος».

Παράλληλα σχολίαζε: «H Ελλάδα έχει ανάγκη από αλλαγή.Εγώ; Aπό τίποτα». Από το 1984, η μετωπική του σύγκρουση με το σύστημα οδηγεί στην αποκαθήλωσή του. Την περίοδο της τελευταίας αναλαμπής του γνωρίζεται με το δημοσιογράφο Νίκο Σταθούλη. «Αφορμή για την πρώτη επικοινωνία μας ήταν όταν ο διευθυντής μου στο περιοδικό Ένα, Παύλος Μπακογιάννης, μου ζήτησε να κάνω ένα πορτρέτο στο πρόσωπο των καιρών. Όταν τον αντίκρισα, σοκαρίστηκα… Πουδραριζόταν» λέει στο People. Ο Σταθούλης δεν ξεχνά την ατμόσφαιρα εκείνης της πρώτης γνωριμίας: «Ήταν φοβισμένος μετά από εκείνες τις συνεντεύξεις. Ήθελε να δει τι άνθρωπος είμαι και ζήτησε να δει το κείμενο πριν δημοσιευτεί, γιατί, όπως μου είπε, την είχε “πατήσει” με τους δημοσιογράφους. Ευχαριστημένος από το κείμενό μου, με προσκάλεσε στη Θεσσαλονίκη, όπου θα εγκαινιαζόταν η δωρεά του στο Μακεδονικό Κέντρο. Εκεί μου πρότεινε να γίνω ο βιογράφος του. Παρών ήταν και ο συγγραφέας Κώστας Ταχτσής, που παλιότερα ο Ιόλας του είχε υποσχεθεί να γράψει εκείνος τη βιογραφία του. Ο Ταχτσής νευρίασε τόσο, που εκσφενδόνισε στον Ιόλα ένα τασάκι για να πάρει την απάντηση “έχω τόσες ζωές, που μπορώ να έχω όσους βιογράφους θέλω”».

Στον Σταθούλη ο Ιόλας βρίσκει τον άνθρωπο που θα τον κάνει να νιώσει άνετα και να εξομολογηθεί τη ζωή του. «Εκείνα τα χρόνια, στην Ελλάδα υπήρχε μια περίοδος έντονου λαϊκισμού και αυτή η φόρμουλα για τον Ιόλα ισοδυναμούσε με ύβρη. Παράλληλα έβλεπε ότι ενώ στο εξωτερικό τον αναγνώριζαν, στην Ελλάδα αποδομούνταν. Την ίδια περίοδο ένιωθε απώλεια δυνάμεων, καταλάβαινε πια ότι ερχόταν το τέλος. Για όλα αυτά δεν ήθελε ένα βιογράφο, αλλά κάποιον να ταξινομήσει το υλικό του» μας λέει.

Η βίλα του Ιόλα στην Αγία Παρασκευή στέγαζε 10.000 έργα τέχνης. Τρεις δεκαετίες αφότου ο Σταθούλης πρωτοδιέσχισε το κατώφλι της, μας «ξεναγεί» εκεί που ό,τι έλαμπε σαν χρυσός ήταν χρυσός. «Ήταν ένα ανάκτορο. Πεντελικό μάρμαρο κάλυπτε τα πατώματα αλλά και τους τοίχους. Τα σαλόνια ήταν γεμάτα με αρχαιοελληνικά αγάλματα, έργα σύγχρονων καλλιτεχνών (Picasso, Warhol, Dali), χειροποίητα χαλιά και ταπισερί που συναντάει κανείς σε παλάτια. Ήξερε να συνταιριάζει τους πολιτισμούς. Δίπλα σε ένα ετρουσκικό γλυπτό υπήρχε ένα άγαλμα των Ίνκας και μετά ένα κυκλαδίτικο. Όλα σε ποσότητες. Ο Ιόλας δεν ήταν σε απόσταση από όλα αυτά τα απίστευτης ομορφιάς και αξίας αντικείμενα, αλλά ζούσε μαζί τους, τα χάιδευε, τους μιλούσε. Δεν ήταν τοποθετημένα σε γυάλες, σε προθήκες, ήταν σε ράφια, σε οριζόντιες επιφάνειες και οι επισκέπτες του μπορούσαν να τα αγγίξουν.

Μάλιστα, σε ένα από τα πάρτι του κάποιος υπουργός του ΠΑΣΟΚ είχε σουφρώσει ένα γυάλινο μυροδοχείο και τότε ένας άνθρωπος του Ιόλα του είπε “Υπουργέ μου, κάτι σας έβαλαν στην τσέπη, θέλετε να μου το δώσετε για να μη σας παρεξηγήσουν;”. Τα σαλόνια κάλυπταν 1.480 τ.μ., ενώ μια πόρτα τα “απομόνωνε” από τα υπόλοιπα διαμερίσματα. Στον επάνω όροφο βρίσκονταν σάλες με γλυπτά, αλλά και οι σουίτες με τα μπάνια και τις γκαρνταρόμπες των Rudolf Nureyev και Andy Warhol. Όταν έρχονταν στην Ελλάδα, έμεναν στο σπίτι του Ιόλα».

«Ο Ψινάκης δεν ήταν ποτέ φίλος του Ιόλα»

Ο Σταθούλης ακόμη θυμάται εντυπωσιασμένος την γκαρνταρόμπα του: «Ήταν πολύ κοκέτης. Στο υπόγειο είχε το τεράστιο βεστιάριο με όλες τις φορεσιές, ακόμα και από τα πρώτα χρόνια που ήταν χορευτής στα μπαλέτα του εξωτερικού. Είχε πολλές γούνες, τις οποίες, για να μη φθαρούν από το σκόρο, τις φύλαγε σε ειδικές μολυβένιες ντουλάπες με σταθερή θερμοκρασία 26 βαθμών Κελσίου. Στη δύση της ζωής του, μέσα στο σπίτι, κυκλοφορούσε με φόρμες γυμναστικής, όμως πάντα έριχνε και μια εσάρπα. Την αγάπη του Ιόλα για τις εσάρπες αντιγράφει τα τελευταία χρόνια ο Ηλίας Ψινάκης. Ο Ψινάκης δεν ήταν ποτέ φίλος του Ιόλα, τότε έβγαζε κοσμικές φωτογραφίες που τις έκανε κολάζ και τις πουλούσε. Τον Ιόλα τον ανησυχούσε που ο Ψινάκης τον αντέγραφε στην ομιλία, στο ντύσιμό του. Ο Ψινάκης έχει μια ψύχωση με τον Ιόλα. Πριν κάποια χρόνια έμαθα πως διέδιδε ότι ήταν υιοθετημένος γιος της Νίκης Στάιφελ, της αδελφής του Ιόλα, πράγμα που φυσικά δεν είναι αλήθεια. Όταν με ρωτούσαν αν ο Ψινάκης είχε συγγένεια με τη Στάιφελ, τους απαντούσα: “Προστατέψτε το παιδί (σ.σ. τον Ψινάκη) από αυτά που λέει”» θυμάται ο Σταθούλης.

Στα πάρτι του Ιόλα ο «καλός κόσμος» συνωστίζεται. «Χρειάζονταν πέντε μέρες προετοιμασιών για τα πάρτι. Για τη διακόσμηση έρχονταν φορτηγά από την Ολλανδία γεμάτα λευκές, ροζ και φούξια παιώνιες. Στον κήπο υπήρχε ένα πιάνο με ουρά και ένα κουαρτέτο που έπαιζαν κλασική μουσική. Το χαβιάρι και οι σαμπάνιες έρρεαν άφθονα. Ο Ιόλας διασκέδαζε τους καλεσμένους του με ιστορίες και με μιμήσεις του ως Roosevelt και Madam Butterfly» λένε στο People καλεσμένοι της εποχής. Δεν αργούν να κυκλοφορήσουν οι φήμες για ρωμαϊκά όργια και ναρκωτικά. Ο βιογράφος Νίκος Σταθούλης δίνει τη δική του απάντηση: «Πολλοί φαντάζονταν ότι τα πάρτι ήταν μέσα στην αμαρτία. Ας το ξεκαθαρίσουμε, όταν οι φίλοι του Warhol έπαιρναν κόκα στο Studio 54, μπορεί να μην έπαιρναν ναρκωτικά σε ένα πάρτι που έκανε ο Ιόλας; Μην τρελαθούμε. Ο Ιόλας δεν ήταν άγιος ή πατριάρχης».

Από το 1984 έως το θάνατό του, ο Ιόλας ακροβατεί στο δίπολο της αποθέωσης και της αποκαθήλωσης. Ο Σταθούλης είναι κάθετος: «Για το ΠΑΣΟΚ και τους λαϊκιστές ο Ιόλας ήταν ένα “νοσηρό πρότυπο”. Δεν του επέτρεψαν να είναι διαφορετικός, να είναι ακραίος, να έχει το θάρρος της γνώμης του, να έχει χιούμορ. Αυτό που δεν κατάλαβε η Μπακομάρου και οι υπόλοιποι είναι πως όταν ο Ιόλας μίλησε για τον Παρθενώνα, δεν εννοούσε “γκρεμίστε τον”, εννοούσε ότι ο Παρθενώνας είναι μια ιδέα και χρειάζεται ένας νέος Περικλής για να φτιάξει έναν ανάλογο Παρθενώνα».

Οι ληστείες από τον τραβεστί

Όπως μας λέει ο Νίκος Σταθούλης, «εκείνη την περίοδο έγιναν δύο σημαντικότατες ληστείες στο σπίτι του. Είχαν κλαπεί 350 χιλιάδες δολάρια και ένας χρυσός βυζαντινός σταυρός του Ιουστινιανού. Για το σταυρό ανησύχησε πολύ, γιατί δεν ήξερε πώς θα εξηγούσε στην Αρχαιολογική Υπηρεσία ότι δεν τον είχε πουλήσει. Τελικά και οι δύο κλοπές είχαν γίνει από τον τραβεστί Αντώνη Νικολάου, που είχε το ψευδώνυμο Κάλλας, και ήταν υπεύθυνος για την γκαρνταρόμπα του Ιόλα, αλλά και επισκεύαζε τις νόμιμες αρχαιότητες που υπήρχαν στο σπίτι. Ο Ιόλας έδιωξε τον Νικολάου και εκείνος γέμισε μια σακούλα με σπασμένα αρχαία και τα πήγε σε κάποια δημοσιογραφικά γραφεία λέγοντας: “Ο Ιόλας είναι αρχαιοκάπηλος”».

Η πρώτη που πίστεψε τα λεγόμενα του Νικολάου ήταν η Αγγελική Νικολούλη, αστυνομική συντάκτρια τότε στον Ελεύθερο Τύπο. «Στον ανακριτή η Νικολούλη πήγαινε μαζί με τον τραβεστί και έγραφε στην εφημερίδα της “στο σκαμνί ο Ιόλας”. Το ίδιο πράγμα και ο Θοδωρής Δρακάκης και ο Αιμίλιος Λιάτσος. Οι εφημερίδες Έθνος, Ελεύθερος Τύπος και Αυριανή δημοσίευαν σε καθημερινές συνέχειες ό,τι έλεγε ο τραβεστί. Ο Τύπος ξέρναγε εναντίον του Ιόλα, γι’ αυτό και τον εμπόδιζα να συναντήσει τους δημοσιογράφους. Μόνο δύο τον είδαν, ο Άρης Δαβαράκης, που τον σεβάστηκε, και ο Στάθης Τσαγκαρουσιάνος, που όχι μόνο δεν τον σεβάστηκε, αλλά είναι και ο μόνος δημοσιογράφος που έδιωξε ο Ιόλας. Τα δημοσιεύματα τον διέλυσαν, όμως δεν σκέφτηκε ούτε στιγμή να φύγει από την Ελλάδα. Χαμογελούσε στωικά και μου έλεγε: “Tην πατρίδα σου πρέπει να τη βλέπεις με τα μάτια της ψυχής και όχι με τα μάτια που σε πονάνε”» λέει ο χείμαρρος Σταθούλης.

Η υπόθεση παίρνει το δρόμο της Δικαιοσύνης. Ο Ιόλας κατηγορείται για παιδεραστία, αρχαιοκαπηλία και χρήση ναρκωτικών. Τελικά απαλλάσσεται από την κατηγορία της αρχαιοκαπηλίας, με τον τακτικό ανακριτή να βάζει την υπόθεση στο αρχείο και να λέει στον Ιόλα: «Aπό εμένα είστε καθαρός, τώρα το μόνο που απομένει είναι να καθαρίσετε εσείς το όνομά σας». Όσο για τις άλλες δύο κατηγορίες; Δεν έφτασαν ποτέ στο ακροατήριο, γιατί ο Ιόλας πέθανε. Όσον αφορά στους ανθρώπους που ασχολήθηκαν με την υπόθεση εκείνη την εποχή, το People επικοινώνησε με την Όλγα Μπακομάρου, τον Αιμίλιο Λιάτσο, την Αγγελική Νικολούλη και τον Θοδωρή Δρακάκη, αλλά κανείς δεν θέλησε να κάνει δηλώσεις.

Πρωταγωνιστούσε στα πρωτοσέλιδα της εποχής «Για όργια διώκεται ο Ιόλας», «Να εξεταστούν από γιατρούς ο βρoμοΙόλας και ο κλεφτοΤσαρούχης», «Καλός κόσμος και υπόκοσμος στην αγκαλιά του Ιόλα». Ο Σταθούλης διηγείται στο People: «Tην περίοδο του διασυρμού οι Έλληνες καλλιτέχνες, εκτός από τον Ακριθάκη, ήταν γαϊδούρια, του γύρισαν την πλάτη για να μην τους πιάσει στο στόμα του ο κίτρινος Τύπος».

Μια ιδιότυπη σχέση συνέδεε τον Ιόλα με τη Μελίνα Μερκούρη, όπως περιγράφει ο βιογράφος του: «Ο Ιόλας είχε χρηματοδοτήσει τα γυρίσματα της Στέλλας. Όταν το 1981 ανέλαβε υπουργός Πολιτισμού, του πρότεινε θρασύτατα να γίνει σύμβουλός της. Εκείνος τότε τη ρώτησε “πόσα θα μου δίνεις;” και όταν του είπε το ποσό, της απάντησε “τόσα δίνω στην οικονόμο μου”. Τότε εκείνος εκνευρισμένος δήλωσε στη Monde: “Έχουμε μια υπουργό Πολιτισμού χωρίς πολιτισμό. Το μόνο που κάνει είναι να ανοίγει το στόμα της και να φαίνονται τα δόντια της και ο Παπανδρέου της πληρώνει το εισιτήριο για να φέρει τα Ελγίνεια”. Υπήρχε ένταση ανάμεσά τους. Και όταν άρχισαν οι επιθέσεις εναντίον του, η Μερκούρη φοβήθηκε. Ο Ιόλας με χειρόγραφη διαθήκη χάριζε στο ελληνικό κράτος τους θησαυρούς του, με την προϋπόθεση να αποκατασταθεί το όνομά του. Όμως, η Μερκούρη δεν τη δέχτηκε, γιατί, όπως η ίδια μου είπε, φοβόταν πως η Αυριανή θα έγραφε “η πορνο-υπουργός έκανε αποδεκτή τη συλλογή του πορνο-συλλέκτη”. Αν την είχε δεχτεί, μέρος αυτού του πολιτιστικού θησαυρού θα είχε σωθεί».

Το 1985 ο Ιόλας μαθαίνει ότι πάσχει από AIDS. Προσβλήθηκε από τον ιό στην Αμερική. Ήταν μολυσμένο το αίμα που του μετάγγισαν για τις ανάγκες εγχείρησης, σύμφωνα με τα δικά του λεγόμενα για την ασθένειά του. Δεν χάνει την ελπίδα του, πιστεύει ότι αποτελεί συνέχεια του Dorian Grey, όμως ο οργανισμός του σταδιακά εξασθενεί. Τελικά αφήνεται στα χέρια της αδελφής του, Νίκης. «Τότε ο Ιόλας χάθηκε. Εκείνη τον ζήλευε, τον ανταγωνιζόταν» λέει ο Σταθούλης. «Ενώ αργόσβηνε σε νοσοκομείο των ΗΠΑ, η αδελφή του στην Αθήνα δηλητηριάζει τα σκυλιά του και χρίζεται διαχειρίστρια της περιουσίας του. Όσους από τους θησαυρούς δεν τους παίρνουν οι συγγενείς, τους “σηκώνουν” οργανωμένοι ληστές, κλεφτρόνια, ακόμα και πρώην εραστές του» συνεχίζει ο Σταθούλης.

Ο Ιόλας «φεύγει» στις 8 Ιουνίου του 1987 στη Νέα Υόρκη χωρίς να αφήσει διαθήκη. Μεσεγγυούχος του σπιτιού-μουσείου ορίζεται ο πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου, Φώτης Κουβέλης. Ο Σταθούλης υποστηρίζει ότι ο Κουβέλης δεν έκανε τίποτα για να προφυλάξει το χώρο: «Δεν προάσπισε την πολιτιστική κληρονομιά. Τον θεωρώ ηθικό αυτουργό, γιατί επί θητείας του η βίλα έγινε τόπος ακολασίας. Του τηλεφωνούσα να κάνει κάτι και εκείνος δεν έστειλε ούτε περιπολικό».

Σήμερα, η περιβόητη βίλα στέκει «γυμνή» από θησαυρούς, «πλούσια» σε γκράφιτι και σκουπίδια. Ανήκει στον κατασκευαστή Σπύρο Γεωργίου, ενώ ο δήμος της Αγίας Παρασκευής θέλει να τη διαμορφώσει σε πολιτιστικό κέντρο. Ο Σταθούλης δεν ήταν μόνο μάρτυρας της διαδρομής του ανθρώπου που πήγαινε «κόντρα στους θυμωμένους ωκεανούς», όπως συνήθιζε να λέει για εκείνον ο Max Ernst. Ήταν ο δικός του άνθρωπος. «Ο Ιόλας ήταν πολύ ερωτεύσιμος, δεν είχε ηλικία. Αν το σεξ έχει να κάνει με το σώμα, ο έρωτας έχει να κάνει με το πνεύμα. Εγώ ερωτεύτηκα τον Ιόλα κι αυτός εμένα. Υπήρχε ένας έντονος πνευματικός έρωτας μεταξύ μας. Του είχα γίνει απαραίτητος, καθημερινά μου ξεδίπλωνε τη ζωή του. Ήμουν νεαρός και λειτουργούσα για τον Ιόλα σαν αντιρυτιδική κρέμα. Ακόμα και τη στιγμή που τον έτρωγε το AIDS, μπορούσε να κάνει μια πιρουέτα. Ήταν μεγάλος σουρεαλιστής!».

Tags ηλιας ψινακης, ιολας


# ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ




# Διαβαστε Περισσοτερα




Query time: 0.0147 s (13 Queries.) // Parse time: 0.0305 s // Total time: 0.0452 s // Source: cache

×
×
CLOSE X
CLOSE X
CLOSE X