Είναι μερικοί έρωτες που πάντα θα γυρίζουν πίσω...
Πρέπει να τονίσουμε ότι πρόκειται για άτομα όλων των ηλικιών, μορφωτικών, κοινωνικών και κοινωνικών επιπέδων! Τα βέλη του έρωτα δεν κάνουν τέτοιες διακρίσεις! Ωστόσο, τα άτομα που βρίσκονται στη δυσάρεστη αυτή θέση, δηλαδή να έχουν προσκολληθεί στην προηγούμενή τους σχέση, μοιράζονται κάποια κοινά χαρακτηριστικά.
Καταρχήν υπάρχει ένα αίσθημα απέραντης θλίψης, αυτολύπησης και απελπισίας. Το άτομο αυτό αισθάνεται άσχημα και τα βλέπει όλα μαύρα. Υπάρχει έντονη αίσθηση αδυναμίας, που προέρχεται από τις σκέψεις που κάνει το άτομο αυτό σχετικά με το ότι δεν ελέγχει τη σχέση του και, κατ' επέκταση, τη ζωή του. Συχνά το άτομο αυτό αισθάνεται αδικημένο, ότι ο/η σύντροφός του έφυγε χωρίς να του δώσει μια δεύτερη ευκαιρία, χωρίς να του επιτρέψει να εξηγήσει με λεπτομέρειες τη θέση του και τα αισθήματά του, και χωρίς τελικά να τον/την καταλάβει. Τα αρνητικά αυτά συναισθήματα οδηγούν σε αυτοσαμποτάρισμα, παραίτηση και στείρα προσκόλληση στο παρελθόν.
Όταν κανείς «κολλήσει» σε προηγούμενη σχέση έχει επίσης έντονη την αίσθηση ότι απορρίφθηκε συνολικά. Το πρόσωπο του πρώην συντρόφου ενσαρκώνει τον «καθολικό δικαστή και κριτή» που κατακρίνει και απορρίπτει το άτομο αυτό. Το αποτέλεσμα είναι ότι το άτομο αισθάνεται μειονεκτικά και αδυνατεί να εκτιμήσει τον εαυτό του, τις ικανότητες, τα προσόντα και τα προτερήματά του για να κάνει ένα νέο ξεκίνημα. Συχνά η ψυχολογική αυτή αδυναμία έχει τις ρίζες της στο παρελθόν αυτού του ατόμου: όταν το άτομο έχει μεγαλώσει σε μια οικογένεια με επικριτικούς γονείς, που το έψεγαν διαρκώς για τα λάθη του και δεν του έδιναν άφθονη ενθάρρυνση και αγάπη, το άτομο αυτό μαθαίνει να είναι επιφυλακτικό και να ζητάει αγάπη και επιβεβαίωση μέσα από κάθε του σχέση, γιατί δεν έχει το προσωπικό του εσωτερικό απόθεμα.
Βεβαίως σημαντικό ρόλο στην ψυχολογία του «κολλημένου» ατόμου παίζει και ο πληγωμένος εγωισμός του, το βασανιστικό ερώτημα «τι καλύτερο έχει ο νέος του δεσμός που δεν το έχω εγώ;» και η φανταστική σύγκριση με το άλλο αυτό άτομο και τον εαυτό. Κάτι τέτοιο καταρρακώνει το χωρισμένο άτομο και του δημιουργεί μεγαλύτερη στεναχώρια και δυσφορία.
Δεν θα πρέπει να παραλείψουμε να αναφέρουμε ότι υπάρχει και πολύς «μποτιλιαρισμένος» θυμός, ο οποίος συνήθως δεν εκφράζεται, τόσο για τον ίδιο του τον εαυτό, που δεν τα κατάφερε σε αυτή του τη σχέση, όσο και για το άλλο άτομο, που τον εγκατέλειψε.
Πώς να χειριστεί κανείς την κατάσταση
Παρά τον πόνο και την οδύνη που αισθάνεται κανείς μετά τον χωρισμό, χρειάζεται να κάνει έναν απολογισμό της σχέσης και μια ρεαλιστική εκτίμηση της πραγματικότητας. Είναι σημαντικό να ρίξει κανείς μια ματιά μέσα του και να ρωτήσει τον εαυτό του: για ποιο λόγο θεωρώ ότι αυτή η σχέση είναι τόσο σημαντική; Τι με κάνει να παραβλέπω αυτή τη στιγμή όλα τα προβλήματα που είχαμε και να την εξιδανικεύω; Τι είδους άνθρωπος είμαι; Τι προτερήματα έχω; Γιατί πιστεύω ότι δε θα βρω κάποιο άλλο άτομο να κάνω μια καλή σχέση, όπως την επιθυμώ; Για ποιο λόγο η γνώμη του/της πρώην μου βαραίνει τόσο πολύ για εμένα και δεν μπορώ να δω τον εαυτό μου αντικειμενικά; Γιατί μπλοκάρω και αρνούμαι να δω μελλοντικές προοπτικές;
Όταν κανείς αρχίσει να επεξεργάζεται τα παραπάνω ερωτήματα, μπορεί να φτάσει σε απαντήσεις που θα τον βοηθήσουν να πάρει τη ζωή του πάλι στα χέρια του. Συχνά η συμβολή του ειδικού είναι ζωτικής σημασίας, μια που μπορεί να βοηθήσει το άτομο να ξεμπερδέψει το κουβάρι των μπλεγμένων σκέψεων και συναισθημάτων του.