Η Άννα Φόνσου, μεταξύ άλλων, μίλησε σε πρόσφατη συνέντευξή της και για τον Γιώργο Μαρίνο που φιλοξενήθηκε για ένα διάστημα στο σπίτι του ηθοποιού. Η αλήθεια είναι πως όλοι είχαμε ξαφνιαστεί με αυτή την εξέλιξη στη ζωή του, έτσι η ηθοποιός σπεύδει να βάλει τα πράγματα στη θέση τους.
«Γράφτηκαν πολλά που δεν ισχύουν. Ο Γιώργος δεν ξέμεινε από χρήματα. Γι’ αυτό, όταν χρειάστηκε, πήγε σε ιδιωτικό νοσοκομείο, στην πρώτη θέση. Το πρόβλημα ήταν και είναι διαφορετικό: Η μοναξιά.Κάνοντας απολογισμό της ζωής του, είδε ότι πολλοί τον εκμεταλλεύτηκαν. Αυτό του στοίχισε πολύ». Η ηθοποιός ομολογεί πως δεν ήταν φίλη με τον Μαρίνο πριν από την περιπέτεια με την υγεία του. «Ούτε που γνωριζόμασταν. Μάλιστα, στην αρχή μιλήσαμε στον πληθυντικό. Εγώ τον πλησίασα γιατί θέλησα να του συμπαρασταθώ. Έμεινε δύο μήνες στο Σπίτι και είχε την ευκαιρία να βάλει τις σκέψεις του σε τάξη. Μετά πήγε σε έναν υπερπολυτελή οίκο ευγηρίας και έμεινε ένα διάστημα γιατί είχε ανάγκη από ψυχολόγο». Ποια είναι σήμερα η κατάσταση του ηθοποιού; Όπως εξηγεί η Άννα Φόνσου «Ζει σε ένα ωραίο σπίτι και τον φροντίζει μια κυρία. Έχει κάνει τις επιλογές του για το ποια άτομα θα συναντάει και ποια όχι. Κι έχει αυτό το δικαίωμα. Είναι σε πολύ καλή κατάσταση. Εμείς μιλάμε συχνά. Θέλω, μάλιστα, να τον ευχαριστήσω και μέσω του People, γιατί μου έστειλε όλα τα ρούχα που φορούσε στις πίστες και στο θέατρο για να τα τοποθετήσουμε στο βεστιάριο που φτιάχνουμε στο Σπίτι. Φυσικά θα τα βάλουμε σε εξέχουσα θέση…», λέει στο ελληνικό περιοδικό People.
Τελικά όταν σβήνουν τα φώτα, είναι δύσκολη η ζωή για έναν καλλιτέχνη; «Η «αρρώστια» των ηθοποιών είναι η μοναξιά, που οδηγεί στην κατάθλιψη. Για τους περισσότερους είναι τρομερό να μην τους ζητούν πια για δουλειά και να τους «σκοτώνουν» όπως τα άλογα όταν γερνάνε ή αρρωσταίνουν. Οι θιασάρχες, το Εθνικό, θα μπορούσαν να δίνουν έστω και ρολάκια σε αυτούς τους ηθοποιούς, που δεν υπήρξαν όλοι πρωταγωνιστές», τονίζει. Θεωρεί πως υπάρχει ηλικία που πρέπει να αποχωρεί ένας ηθοποιός από τη σκηνή; «Νομίζω ότι το καταλαβαίνει κανείς από μόνος του. Εγώ το αντιμετωπίζω ψύχραιμα όλο αυτό. Όταν δεν θα μπορώ να αποστηθίσω με ευκολία τα λόγια μου ή να ακολουθήσω τις οδηγίες του σκηνοθέτη, θα αποχωρήσω, όση ζήτηση κι αν έχω. Είναι πολύ σκληρό να ακούς νέους ηθοποιούς να λένε για τους παλιότερους «Πότε θα μάθει τα λόγια του; Θα μας κρεμάσει στην παράσταση!»». Στην ίδια όπως εξηγεί όταν αποσυρθεί από την ενεργό δράση θα λείψει η μυρωδιά του θεάτρου. «Αν και σκοπεύω τότε να κάνω παραγωγές. Ή να γίνω ταξιθέτρια! Όσο για το χειροκρότημα, έχω κάνει ήδη «πρόβα» στο μυαλό μου για το πώς είναι. Για ένα διάστημα, μάλιστα, που ζούσα στο Βερολίνο, χωρίς να ξέρει κανείς ποια είμαι, είδα ότι ήμουν ήρεμη και δεν μου έλειπε. Βεβαίως, τότε ήμουν πολύ νέα και είχα την αβάντα πως η ζωή ήταν μπροστά μου. Αλλά το βρίσκω αστείο να έχει κανείς σε όλη την πορεία του τις ίδιες φιλοδοξίες. Τώρα πια έχω εγγόνι». Η εγγονή της, όμως, δεν την φωνάζει «γιαγιά». «Με λέει «Αννούλα». Κι από παιδί κι από τρελό μαθαίνεις την αλήθεια. Βεβαίως, το έχω πληρώσει ακριβά το «Αννούλα», γιατί παίζω μαζί της με τις ώρες, όσο κι αν κουράζομαι, ιδιαίτερα τώρα που, εκτός από τις παραστάσεις στο Άλμα, ξεκινάω και την ταινία…».