Ενισχυμένες αφίξεις, μεγαλύτερα έσοδα αλλά μικρότερη δαπάνη ανά τουρίστα.
Το μεγάλο πρόβλημα του τουρισμού, το οποίο εδώ και χρόνια εντοπίζεται αλλά προφανώς δύσκολα επιλύεται, άπτεται της δαπάνης που κάνει ο κάθε τουρίστας που έρχεται στη χώρα.
Συνήθως τα ρεπορτάζ επικεντρώνονται στις αφίξεις και στα έσοδα από τον τουρισμό, ωστόσο, για να διαφανεί που βαίνει το τουριστικό προϊόν της χώρας θα πρέπει κάποιος να κάνει δεύτερη ανάγνωση στην πράξη που απορρέει από τις αφίξεις σε συνάρτηση με τα έσοδα.
Για παράδειγμα κατά τους πρώτους τρεις μήνες του 2015 τόσο οι αφίξεις όσο και το σύνολο των εσόδων σε σύγκριση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο είναι αυξημένα. Παρόλα αυτά η μέση δαπάνη ανά τουρίστα είναι μειωμένη, γεγονός που δείχνει την ποιότητα του τουρισμού που η Κύπρος προσελκύει. Τα πακέτα all inclusive σε συνδυασμό με τη μεγάλη εξάρτηση της Κύπρου από τους διοργανωτές ταξιδίων δημιουργούν έναν κακό συνδυασμό για την τουριστική βιομηχανία.
Ανησυχητικός συνδυασμός
Πιο ειδικά αναφέρεται ότι από τον Ιανουάριο μέχρι τον Μάρτιο του 2015 έφτασαν στην Κύπρο 189.987 τουρίστες, με τα έσοδα να έχουν διαμορφωθεί στα 124,3 εκατ. ευρώ. Η συγκεκριμένη εικόνα αντιστοιχεί σε δαπάνη 654,3 ευρώ ανά τουρίστα. Την ίδια περίοδο του περασμένου έτους το αντίστοιχο ποσό ήταν στα 725 ευρώ, ενώ το 2013 στα 706,4. Χειρότερα από φέτος ήταν τα δεδομένα το 2012 όταν η δαπάνη ανά τουρίστα κατά το πρώτο τρίμηνο του έτους ανερχόταν μόλις στα 632,4 ευρώ, κατά τις ημέρες διαμονής του.
Με αυτά τα δεδομένα καθίσταται ευκόλως αντιληπτό ότι ο τουρισμός δεν είναι μόνο θέμα αφίξεων και κάλυψης των παρεχόμενων κλινών στα κυπριακά ξενοδοχεία, αλλά αποτελεί σαφώς πιο σύνθετο ζήτημα. Είναι διαχρονική η τοποθέτηση αναφορικά με το ποιας τάξης τουρίστες ζητά να εξασφαλίσει η Κύπρος, με το ερώτημα να παραμένει αναπάντητο και όχι βάσει κάποιου σχεδιασμού αλλά όπως φαίνεται στην πράξη.
Παγωμένη εικόνα
Εξάλλου, τα έσοδα όπως και αφίξεις τα τελευταία χρόνια κινούνται στον άξονα των 2,5 εκατ. ατόμων και 2 δισ. ευρώ αντιστοίχως. Με τον τουρισμό να αποτελεί σημαντικό κομμάτι της οικονομίας, αφού τα έσοδα από τον κλάδο αντιστοιχούν στο 20% του κυπριακού ΑΕΠ, ενώ την ίδια ώρα χιλιάδες άτομα απασχολούνται άμεσα ή έμμεσα από τον τουρισμό, η Κύπρος αποτυγχάνει να σχεδιάσει και να υλοποιήσει στρατηγική για τον κλάδο.
Πάντως, θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο ΚΟΤ σε συνεννόηση με το αρμόδιο για τουριστικά θέματα Υπουργείο, ετοιμάζουν μελέτη σε συνεργασία με διεθνή οίκο, προκειμένου να δώσουν απάντηση στα γεμάτα προκλήσεις ερωτήματα αναφορικά με τον κυπριακό τουρισμό.
Ορισμένα σημαντικά ερωτήματα είναι:
Από ποιες αγορές θέλουμε να κερδίζουμε αφίξεις;
Για πόσες μέρες θα ήταν ιδανικό για την τουριστική βιομηχανία να μένουν στην Κύπρο οι ξένοι επισκέπτες;
Ποιας κατηγορίας τουρίστες αναζητούμε;
Πώς απευθυνόμαστε στις αγορές;
Πώς η Κύπρος διαφοροποιείται από τους ανταγωνιστικούς προορισμούς της;
Με ποια εργαλεία η σημερινή εικόνα θα βελτιωθεί και κυρίως σε πόσα χρόνια μπορεί να ανατραπούν τα αρνητικά δεδομένα;
Τα πιο πάνω ερωτήματα αποτελούν ταυτόχρονα και το μεγάλο στοίχημα που καλείται να κερδίσουν ΚΟΤ και Υπουργείο Ενέργειας, αφού οι αφίξεις δεν δίνουν την απάντηση στο διαχρονικό, τουριστικό πρόβλημα της Κύπρου, η οποία διαθέτει την πρώτη ύλη αλλά υστερεί στην αξιοποίησή, προβολή και αναβάθμισή του.