Διηγείται τη δική της ιστορία
"Γεννήθηκα από Kύπριους γονείς στη Λυών της Γαλλίας – εκεί σπούδαζαν και οι δύο. Ήμουν ενός χρονών και η μητέρα μου έγκυος στην αδελφή μου, όταν έγινε το πραξικόπημα. Ο πατέρας μου πήγε να πολεμήσει για να καταλήξει αγνοούμενος, μέχρι που βρέθηκε το πτώμα του σε ομαδικό τάφο" διηγείται στην Athnes Voice η Αλίκη Δανέζη-Knutsen. "Από τα παιδικά μου χρόνια θυμάμαι μια θλίψη στην οικογένεια και πως όλοι απέφευγαν να μιλήσουν για τον πατέρα μπροστά μας. Τι να έλεγαν κιόλας; Η μητέρα μου οκτώ χρόνια μετά το ’74, πήρε την απόφαση να φτιάξει ξανά τη ζωή της. Χρειάστηκε να πάρει διαζύγιο από έναν άνδρα με τον οποίο υπήρξε ερωτευμένη χωρίς να γνωρίζει, αντικειμενικά, αν ζει ή αν πέθανε. Παντρεύτηκε τον Knutsen –Νορβηγός στην καταγωγή– που έγινε ένας εξαιρετικός πατριός".
Η ίδια συνεχίζει τη διήγησή της και μιλά για τις σκηνές που έζησαν όταν έμαθαν ότi βρέθηκε το πtώμα του πατέρα της: "Όταν βρέθηκε το πτώμα του πατέρα μου, δύο λέξεις μπορούν να περιγράψουν αυτό που ζήσαμε: Pulp Fiction. Μια σειρά από σουρεαλιστικές σκηνές ξετυλίχτηκαν μέσω μιας απίστευτης γραφειοκρατικής διαδικασίας εξακριβώσεων και ταυτοποιήσεων. Αρχαιολόγοι, γενετιστές και δεν ξέρω πόσοι ακόμα επιστήμονες μπλέχτηκαν στην υπόθεση. Στο παρελθόν είχαν πάρει αίμα από τους συγγενείς όλων των αγνοουμένων, οπότε μας φώναξαν γνωρίζοντας ήδη πως ήταν ο πατέρας μου – επιπλέον, φορούσε τη βέρα με το όνομα της μητέρας μου. Το φοβερό είναι πως υπήρχε μια μαρτυρία ενός χωρικού για την ομαδική εκτέλεση στις 22 Ιουλίου, η οποία αν μας είχε γίνει γνωστή δεν θα ζούσαμε τόσα χρόνια μέσα στην αμφιβολία. Αλλά ήταν πολιτική απόφαση να μην κοινοποιούνται μαρτυρίες, όταν δεν υπήρχαν σαφείς ενδείξεις. Πάρα πολύ δύσκολο ήταν όταν πήγαμε οικογενειακώς να ανακαλύψουμε τον κοινό τάφο. Τρεις ημέρες, κρατώντας στο χέρι χάρτες της περιοχής, ψάχναμε στα κατεχόμενα το χωράφι... Δεν ξέρω γιατί, αλλά σήμαινε πολλά για εμάς να τον βρούμε. Αυτή τη στιγμή μπορώ και χαμογελάω, να κάνω χιούμορ χαρακτηρίζοντάς το κάτι σαν το "κυνήγι του θησαυρού", αλλά τότε δεν ήταν καθόλου εύκολο. Σκέψου πως εγώ ήμουν 28 χρονών όταν έθαβα τον πατέρα μου που ήταν 23 χρονών. Πολύ περίεργη κατάσταση... Όλο αυτό το κλάμα και η στεναχώρια, τελικά, κάποτε μπαίνει στη χορεία των αναμνήσεων. Πάντως, ακόμα και σήμερα, πιάνω τον εαυτό μου να αναρωτιέται για τον πατέρα μου και ύστερα θυμάμαι πως βρέθηκε και ησυχάζω".